ΠΕΘΑΝΕ ΣΤΑ 94 ΤΟΥ ΧΡΟΝΙΑ
Μία αποκαλυπτική συνέντευξη του Takis για τα πρώτα χρόνια του υπαρξισμού και της φτώχειας
Ο TAKIS (Παναγιώτης Βασιλάκης) πριν καταξιωθεί στο Παρίσι, πριν τα έργα του μπουν στα μεγαλύτερα Μουσεία του κόσμου και στις σημαντικότερες Συλλογές, ο TAKIS έζησε ως πάμφτωχος υπαρξιστής στην Ελλάδα.
Ο έλληνας καλλιτέχνης παγκόσμιου βεληνεκούς, πέθανε σε ηλικία 94 ετών.
Στην συνέντευξη που έδωσε στον το 2004, αναφέρεται στις παρέες του στα μεταπολεμικά χρόνια, και πριν το 1954, οπότε και έφυγε για το Παρίσι. Οι παρέες αυτές, είναι κυρίως καλλιτέχνες που ορίζονται ως οι πρώτοι Υπαρξιστές και προηγούνται των επόμενων Υπαρξιστών της Ιπτάμενης Παράγκας του Σίμου. Οι περισσότεροι, είναι σπουδαίοι καλλιτέχνες. Μερικοί από αυτούς, είναι πια, πρόσωπα σχεδόν μυθικά, όπως η Λένα Τσούχλου, ο Takis, ο Μίνως Αργυράκης, η Λίλη Μακ, ο Γιώργος Μακρής και η Ναταλία Μελά.
Ο Takis και η απαξίωση για τους πλούσιους
Ο Takis, στη συνέντευξη, εκφράζεται με έντονη απαξίωση, για τους πλούσιους καλλιτέχνες, που συναναστρεφόταν εκείνα τα χρόνια. Δεν τους θεωρεί καν καλλιτέχνες.
Το βιβλίο ESTAFILADES, που έγραψε, αποτελεί και την αυτοβιογραφία του. Είναι εξαιρετικά σημαντικό, αφού εκτός της ζωής του στο Παρίσι, περιγράφει σε πραγματικό χρόνο τους πρώτους Υπαρξιστές στην Ελλάδα. Όμως, διαβάζοντας κανείς αυτό το βιβλίο, θα πρέπει να έχει πάντα υπόψη του, τη φτώχεια της εποχής, που σαν ξυράφι χαράζει και δημιουργεί αυτή την εικόνα στον Takis. Και αυτή η εικόνα δεν είναι πάντα και η πραγματική ή τουλάχιστον είναι η πραγματικότητα που βίωσε από την πλευρά του, ο Takis.
Το βιβλίο ESTAFILADES, που έγραψε, αποτελεί και την αυτοβιογραφία του
Διαβάστε ολόκληρη τη συνέντευξη με τον TAKIS
-Οι ESTAFILADES είναι η αυτοβιογραφία σας;
-Βέβαια. Τι άλλο μπορεί να είναι;
-Πότε γράφτηκε;
-Σημειώσεις κρατούσα από παιδί, σε χαρτάκια κρατούσα ιδέες και τα είχα μαζέψει…ο Μίνως Αργυράκης δακτυλογράφησε τα κομμάτια εδώ μέχρι το 1954…Μετά όταν πήγα στο Παρίσι, δεν μιλούσα τη γλώσσα και τσατίστηκα μ έναν κριτικό τέχνης και το μετέφρασα για να δείξω το πνεύμα μου.. το έδωσα και το κυκλοφόρησε το 1961 ο Julliard René που είχε εκδώσει τον Νταλί και τη Françoise Sagan
-Τι σημαίνει ο τίτλος;
-ESTAFILADES σημαίνει Ξυραφιές στα Λατινικά. Πληγές από ξυραφιές.
-Στο βιβλίο σας, εκεί που περιγράφετε την παρέα του Λουμίδη, αναφέρετε μια κοπέλα με το παρατσούκλι «Κροκόδειλος»…
-Δεν ξέρω τι απέγινε αυτή
-Αναφέρεστε στην Μαίρη Λάππα;
-Ναι…(γέλιο) …πού την ξέρεις; πού τα ξέρεις εσύ αυτά;
-Ήταν ποιήτρια;
-Όχι, ήταν εμπνεύστρια…Μας τάιζε μας περιποιότανε…ήταν παράξενο κορίτσι, της άρεσε να είναι με καλλιτέχνες…δεν ήταν και καλλονή…
-Σε αυτή την παρέα, τα κύρια πρόσωπα είναι ο Μάκης Μιχαλόπουλος, ο ποιητής που αυτοκτόνησε ..
-Ναι
-Ο Πάνος Ραϋμόνδος, ο Γλύπτης , ο Βλαδίμηρος κι η Λίλη Μακ, ο Μινως Αργυράκης, εσείς βέβαια και η Μαίρη Λάππα…είναι έτσι;
-Ναι
-Ήταν άλλοι στην παρέα αυτή;
-Όχι. Αρχηγός ήταν η Λίλη Μακ, η οποία ήταν πανέμορφη. Εποχή υπαρξισμού…
-Αυτή η χρονιά, το 1946, που σχηματίζεται η παρέα, είναι μυθική, είστε οι πρώτοι υπαρξιστές, πριν τους υπαρξιστές της Παράγκας του Σίμου. Η παράγκα είναι το 1953… Αλήθεια τον Σίμο γιατί δεν τον αναφέρετε στο βιβλίο;
-Δεν ήταν άνθρωπος πνευματικός, τσαγκάρης ήταν και είχε ένα κύκλο από παιδιά που ήταν υπαρξιστές ως προς την επιφάνεια , δεν είχαν βάθος
-Τώρα, εκείνο που μπορώ να διακρίνω, είναι ότι, μαζί με σας, υπάρχει ένας μεγαλύτερος κύκλος μορφωμένων και πλουσίων παιδιών στο Κολωνάκι…
-Εμείς τους περιφρονούσαμε αυτούς
-Φαίνεται ότι εκείνοι με εσάς, δεν έχουν μόνο μια απλή διαφορά, υπάρχει μεταξύ σας ένα χάος…
-Χάος, ναι
-----------------------------------
Πέθανε ο Takis -Ο εικαστικός που έβαλε τον ηλεκτρομαγνητισμό στις αίθουσες τέχνης
Τα συλλυπητήρια του Μητσοτάκη για τον θάνατο του Takis: Ηταν ένας παγκόσμιος Ελληνας
Γιατί η έκθεση του Ελληνα γλύπτη Takis κάνει το Λονδίνο να παραληρεί πριν καν ανοίξει!
-Υπάρχει ταξική διαφορά, εσείς είστε τα φτωχόπαιδα , τους περιφρονείτε…Υπάρχει λοιπόν μια τέτοια μεγάλη διαφορά, αλλά ταυτόχρονα υπάρχει και μία συνάφεια, κάνετε παρέα με αυτούς, αναφέρομαι για παράδειγμα στην Νάτα Μελά, στην Λένα Τσούχλου, που ανήκουν στα πλουσιόπαιδα ..
-Κονομούσαμε…τους τρώγαμε κανένα σάντουιτς… ήτανε για εμάς θύματα, να τους τα φάμε, να τους πάρουμε κάτι… εκείνη την εποχή δεν είχες να φας ένα κομμάτι ψωμί…Μας καλούσανε κάπου… στο σπίτι τους, τρώγαμε, πίναμε, φεύγαμε…. αυτός ο κύκλος, ήταν μπουρζουάδες …εμείς δεν είχαμε να κάνουμε με τους μπουρζουάδες, τίποτα παρά να τους χρησιμοποιούμε για να φάμε κανένα σάντουιτς…Παιδιά πλουσίων όλοι αυτοί…Ούτε καν τους εκτιμώ ακόμα, δεν έχω εκτίμηση…παιδιά πλουσίων που πάνε να γίνουν καλλιτέχνες…δεν ήταν σαν κι εμάς…εμείς ήμασταν μες στη ζωή…
-Αυτή η απέχθεια ή δυσφορία που νιώθατε τότε γι αυτούς, κρατάει μέχρι τώρα;
-Η απέχθεια αυτή; Βεβαίως …
-Μα τώρα πια είστε φτασμένος, ένας αναγνωρισμένος διεθνώς καλλιτέχνης…
-Εγώ δεν έχω κάνει συμβιβασμούς αγαπητέ μου…αυτοί γλύφουνε το κράτος….εγώ έχω αποτυχία ως προς αυτήν την πλευρά.. δεν τους χωνεύω…ούτε και με χωνεύουνε διότι ξέρουνε ότι δεν είμαι δικός τους
-Τώρα στη δική σας παρέα, βλέπω εικόνες όπως να κυκλοφορείτε ξυπόλυτοι, η Λίλη κυκλοφορούσε ξυπόλυτη;
-Ναι κι εγώ έπλενα τα πόδια μου στου Λουμίδη …ναι αυτή ήταν μια καινούργια κατάσταση που δεν υπήρχε μόνο εδώ αλλά και στο εξωτερικό…όμως δεν κοπιάραμε κανένα, δεν είχαμε την πληροφόρηση που υπάρχει σήμερα… ήμασταν αυθεντικοί…
Η Ελλάδα τότε ήταν Καφκική, ήταν ο Παπάγος ήταν μια δικτατορία, ένας φόβος, τα χαρτιά
-Όμως και οι άλλοι, αυτούς που ας ονομάσουμε πλούσιους, δεν ήταν κι αυτοί υπαρξιστές; Και αυτοί δεν είχαν μια ανάλογη συμπεριφορά;
-Και στο Παρίσι…κι εκεί διάφορες πλούσιες κυρίες στο St Germain ντυνόντουσαν μποέμικα για να μπορέσουνε να εισχωρήσουνε στις πραγματικές υπαρξιστικές ομάδες
-Εσείς ήσασταν επηρεασμένος από τον André Gide;
-Ο Μίνως Αργυράκης ήταν ο πιο διαβασμένος
-Μιλάω για εσάς τώρα…
-Περισσότερο ο Κάφκα με είχε επηρεάσει ..η Ελλάδα τότε ήταν Καφκική, ήταν ο Παπάγος ήταν μια δικτατορία, ένας φόβος, τα χαρτιά… Βεβαίως είχα ενδιαφέρον για όλους τους μεγάλους φιλοσόφους, αλλά η Ελλάδα ήταν Καφκική κι έχω κάνει έργα για τον Αιώνα Του Κάφκα που είχε μεγάλη επιτυχία στο Παρίσι και μάλιστα τα εξέθεσα στην Μαδρίτη και στην Ελλάδα… είναι μια Καφκική ατμόσφαιρα……Εμείς είμαστε κατατρεγμένοι από την αστυνομία, τους ασφαλίτες… ήταν ένας Ζάκας εκεί κατάσκοπος που μας παρακολουθούσε
-Ο Ζάκας τσακώθηκε κάποτε με τον Βλαδίμηρο;
-Αυτό τώρα εσύ πού το ξέρεις;
-Η πληροφορία έρχεται από τα ημερολόγια του Σίμου. Αναφέρει πως του διηγηθήκατε κάτι τέτοιο όταν βρεθήκατε στο Παρίσι…
-Ναι ο Σίμος, θέλω να πω ότι μπορεί να είπα προηγουμένως ότι ήταν ένας αγράμματος τσαγκάρης, αλλά εξελίχθηκε …όπως και ο Ραϋμόνδος, όταν τον γνώρισα ήταν τσιμεντάς…
-Ο Ραϋμόνδος ήταν ο καλύτερός σας φίλος;
-Δεν ξεχωρίζω τους φίλους μου. Μου έχουνε μείνει μερικοί φίλοι, οι περισσότεροι δυστυχώς φύγανε
-Είναι αλήθεια ότι στον Αργυράκη, στο τέλος της ζωής του, στείλατε 5 χιλιάδες δολάρια;
-Στο τέλος της ζωής του, όσο μπορούσα τον στήριξα
-Έχω άλλες πληροφορίες όμως που σας κατηγορούν ότι τον ξεχάσατε
-Ξέχασα εγώ τον Μίνω; Δεν είμαστε καλά…Δώρο από τον Μίνω δεν δεχόμουνα, ό,τι έχω τα αγόρασα, το ίδρυμά μου δηλαδή…
-Η παρέα σας, εννοώ η παρέα του Λουμίδη, Αργυράκης, Ραυμόνδος, εσείς, οι Μακ , με την πολιτική τι σχέση είχατε;
-Απολίτικοι. Μετά τα Δεκεμβριανά κανένας μας δεν είχε σχέση με τα πολιτικά, υπήρξε μια μεγάλη απογοήτευση με τον Στάλιν που πρόδωσε το κίνημα, αν κι εγώ δεν ήμουνα κομουνιστής…αριστεροί ήμασταν φυσικά, μετά όμως όλοι είχαμε απογοητευτεί, δεν μας ενδιέφερε πλέον η πολιτική, θέλαμε να ζήσουμε με ποίηση και να ζήσουμε τη στιγμή, δεν είχαμε ούτε μέλλον ούτε παρελθόν…
-Πάντως από την κουλτούρα της παρέας σας, των πρώτων υπαρξιστών, έχουν μείνει τα γραπτά τα δικά σας που είναι του 1954, ένα ποίημα του Μιχαλόπουλου…
-Ο Μίνως άρχισε να δακτυλογραφεί τα γραπτά μου πολύ πριν από το 1954, άμα το πάρεις δηλαδή χρονικά… είχα ένα μάτσο από χαρτιά, κομμάτια από τραπεζομάντιλα κάτι τέτοια… εκεί που έγραφα το ημερολόγιό μου…τα διαβάζει ο Μίνως το 1948, ή το 1949… και από καιρό σε καιρό πάω στο σπίτι του , τα διαβάζω κι αυτός τα δακτυλογραφεί, και τα δακτυλογραφεί σωστά…δηλαδή παίρνει το ζουμί…εγώ τα διαβάζω , ξαπλωμένος σε ένα ντιβάνι…ο Μίνως είχε βγάλει το Κολέγιο το Αμερικάνικο, και τα δακτυλογραφούσε με πάθος .. ε και φτάνω στο Παρίσι το 1954…μέχρι το 1954 βγήκε από τον Μίνω, από εκεί και πέρα, από το 1954 μέχρι το 1961, βρίσκω έναν που γύριζε κι αυτός μέσα σ αυτό τον χώρο , ένας νέος φιλόσοφος …πολύ άσχημος…ο Χάρης ο Κανελλόπουλος, κι αυτός πια μου δακτυλογραφεί από εκεί και πέρα μέχρι το 1961…ο οποίος ερχόταν κάθε πρωί και του τα υπαγορεύω και τα γράφει καλύτερα συντακτικά…και οι δύο κράτησαν το πνεύμα, δεν το αλλάξανε…και μια φορά τσατίζομαι με τον Γάλλο κριτικό που είπε «τι λέτε για τον Τάκις, αυτός δεν έχει πνεύμα» και πηγαίνω και του πετάω τα μεταφρασμένα δακτυλογραφημένα στη μούρη και του λέω «διάβασέ το αυτό για να καταλάβεις ποιος είμαι» και αυτός τα διαβάζει … και ένας από τους φίλους του που ήταν λεκτέρ του Julliard René, το πήγε στον Julliard. Και μου τηλεφωνάει μια μέρα ο Julliard και μου λέει έχω στα χέρια μου ένα δακτυλογραφημένο δικό σου που είναι τρομερά ενδιαφέρον…αλλά δεν μπορούμε να το δημοσιεύσουμε όπως είναι…δεν θα πιάσουνε τον Τάκι, θα πιάσουνε εμένα τον εκδότη…και έτσι βγήκε λογοκριμένο
Η Λίλη ψωνιζότανε με κάποιον γκόμενο πότε αμερικάνο, πότε έλληνα πλούσιο
-Στην Πλάκα, ήταν ένα ταβερνάκι που το λέγανε «Μεθυσμένο Καράβι», εκεί πηγαίνατε;
-Ναι. Η Λίλη ψωνιζότανε και εμείς ακολουθούσαμε…και τρώγαμε… Η Λίλη ψωνιζότανε με κάποιον γκόμενο πότε αμερικάνο, πότε έλληνα πλούσιο …
-Ναι αλλά η Λίλη δεν ήταν ερωτευμένη με εσάς;
-Με όλους. Τότε ήταν υπαρξισμός. δεν σου ανήκε δεν είχες μια γυναίκα, η γυναίκα ανήκε σε όλους…
-Από αυτά τα χρόνια 1946-1954, έχει μείνει εκτός από τα γραπτά άλλο έργο δικό σας, γλυπτό ή ζωγραφιά;
-Ε πώς δεν έχει μείνει …είχα πολλά αλλά μου τα έκλεψαν..
-Υπάρχει έργο σας του 1946;
-Ναι…η Τζένη Δρόσου…έκανα το πορτραίτο της
-Ποια ήταν αυτή;
-Ηθοποιός ήταν για ένα διάστημα
-Ποιός το έχει;
-Το έχω εγώ…έχω μερικά έργα που έχουν επιβιώσει
-Σας είχε ερωτευτεί η Ναταλία Μελά;
-Με είχαν ερωτευτεί πολλές αν θες να ξέρεις πήγαινα με τις κόρες των πλουσίων. Έτσι επιβίωσα. Και επιβίωσαν κι οι φίλοι μου γύρω μου.
-Από αυτούς που είπαμε τώρα, εκτός από εσάς ποιος άλλος άφησε έργο. Ο Βλαδίμηρος δεν άφησε τίποτα νομίζω
-Ο Βλαδίμηρος όχι
-Ο Ραϋμόνδος; Τους Αγγέλους τους έκανε μετά νομίζω
-Ο Ραϋμόνδος έκανε κάτι γύψινα
-Και ο Μίνως πριν το 40 νομίζω είχε αρχίσει να σκιτσάρει
-Και ο Βλαδίμηρος ζωγράφιζε κάτι τέρατα
-Ήταν στην παρέα σας ο Γιώργος Τσουκαλάς;
-Όχι στην παρέα, αλλά ο Τσουκαλάς, είχε αδυναμία στην Λίλη
-Κι αυτός;
-Ναι, την Λίλη την είχε ερωτευτεί η μισή Αθήνα. Λόγω της Λίλης, μπαίναμε στην Μεγάλη Βρετανία, στο Κινγκ Τζωρτζ, έγινε γκόμενα του Παλαμά, του μικρού… του Λέανδρου, ε και τρώγαμε από τον Λέανδρο, τρώγαμε από εκεί τρώγαμε από δω…Η Λίλη ήτανε Ρωσίδα…κάποιος να της έκανε τον θλιμμένο και τον απογοητευμένο έπεφτε απάνω του…έπαιζε πολλές φορές Ντοστογιέφσκι, ο Βλαδίμηρος έπαιζε τον Ηλίθιο, κάτι κάναμε για να τραβάμε την προσοχή…πρέπει να’ χεις κάποια μυθολογία
-Σωστό
-Άννα Καρένινα!… η Λίλη έπαιζε κι αυτό…
-Αυτά πού τα έπαιζε;
-Στα Καφενεία, στις ταβέρνες…ήταν παράξενη γυναίκα…όμορφη και την ερωτεύονταν οι γκόμενοι και τρώγαμε κι εμείς
-Η Λίλη, ήταν εξαιρετική σαν παρουσία δηλαδή σαν τρόπος ζωής
-Ναι σαν τρόπος ζωής… μα κι εμείς τι νομίζεις; Μια διέξοδος ήτανε…δεν μπορώ να στο περιγράψω…αυτό που δεν περιγράφεται είναι η πείνα. Αν κάποιος σου έδινε ένα σάντουιτς έτρωγες. Αν δεν σου έδινε έμεινες νηστικός. Στου Λουμίδη πηγαίναμε συχνά και περιμέναμε να βρεθεί κάποιος να μας κεράσει καμιά τυρόπιτα… αλλά ήμασταν πολύ ατράκτιβ, εντυπωσιακή παρέα…. και ο Γκουτσίνας αυτός ο ηλίθιος, τι τσιγγούνης., πηγαίνανε καλλιτέχνες κάνανε τοποθετήσεις .. εγώ του’ σπασα το πορτραίτο , πήγα έφαγα και μετά του το’ σπασα, είπα έπεσε κατά λάθος….εκδικητικός ήμουν, δεν έδινα τίποτα σ αυτούς… τους γοήτευα ένα διάστημα για να τρώω και μετά δεν έδινα τίποτα… με καταλαβαίνανε και με διώχνανε
================================
«Η ζωή μου ήταν σαν μια σβούρα»: Ο γλύπτης Τάκις και τα ατρόμητα πιστεύω του σε έναν συναρπαστικό, ανέκδοτο μονόλογο Μια ανέκδοτη συνομιλία με τον μεγάλο Έλληνα γλύπτη που πέθανε σήμερα.
9.8.2019 Πέθανε ο Takis - Ένας από τους σπουδαιότερους καλλιτέχνες της σύγχρονης Ελλάδας
Ο Πέτρος Μπιρμπίλης είχε συναντήσει τον Τάκι το 2006 στο Γεροβουνό για λογαριασμό ενός βραχύβιου περιοδικού. Aπό τη μακρά συνομιλία τους, που κατέληξε σε μία από τις πιο εξομολογητικές και ατρόμητες συνεντεύξεις του γλύπτη, είχε δημοσιευτεί ένα πολύ μικρό μέρος. Με αφορμή τον σημερινό του θάνατο δημοσιεύεται εδώ για πρώτη φορά ολόκληρη η απομαγνητοφώνηση. Μπορείς να γίνεις καλλιτέχνης χωρίς να διαθέτεις ταλέντο. Δεν υπήρξα παιδί με έφεση στη ζωγραφική. Θυμάμαι ότι για να σχεδιάσω ένα πορτρέτο του Βάγκνερ χρησιμοποίησα διαβήτες, χάρακες και κάθε είδους όργανα. Αυτό που με έκανε καλλιτέχνη ήταν η μεγαλομανία. Ονειρευόμουν να γίνω πάμπλουτος, να ζω στην πολυτέλεια. Σε αυτό έπαιξε ρόλο το ότι γεννήθηκα σε μια πλούσια οικογένεια που τα είχε χάσει όλα και δεν μπορούσα να παραδεχτώ ότι είχαμε γίνει φτωχοί λόγω του πολέμου στη Μικρά Ασία. Αργότερα κατάλαβα πόσο περιφρόνηση μου προξενούσε το χρήμα. Κάτι που ισχύει ακόμα. Από μικρός ήμουν ατίθασος και έτρεφα μεγάλη απέχθεια για την Εκκλησία, τους παπάδες και τους καταπιεστές. Τα μίσος αυτό παραμένει το ίδιο. Μάλλον ήταν αναπόφευκτο επειδή οι πρόγονοί μου από τον 16ο αιώνα ήσαν όλοι επαναστάτες. Στην οικογένειά μας δεν γνωρίζαμε την ντροπή του σώματος. Κολυμπούσαμε τσίτσιδοι με τις αδερφές μου στον Ιλισό όταν ήμουν 12-13 ετών και κοιμόμασταν στο ίδιο κρεβάτι, γυμνοί.
Είμαι κυνικός, ήθελα πάντα την επιτυχία για να κατακτήσω αυτό που μου ανήκει.
Αργότερα αυτό το πάθος για επιτυχία μετατράπηκε σε ένα πάθος διαφορετικό. Από παιδί ήμουν υπερσεξουαλικός. Το πάθος μου για το γυναικείο σώμα έγινε το κίνητρο για να το μετουσιώσω σε κάτι φορμαλιστικό. Ήθελα να ζωγραφίσω το γυναικείο σώμα. Μερικές αποφάσεις πρέπει να παίρνονται ακόμα κι αν φαίνονται παράλογες. Έκανα διάφορα επαγγέλματα για να ζήσω. Μετά τον πόλεμο του '46 καθάριζα μέχρι και τουαλέτες μόνο για ένα πιάτο φαγητό. Μέχρι που μια μέρα αποφάσισα ότι δεν έπρεπε να κάνω πράγματα που δεν ήθελα. Κλείστηκα σε ένα δωμάτιο και κόντεψα να πεθάνω της πείνας. Όμως, αν δεν το έκανα, δεν ξέρω τι θα ήμουν σήμερα. Στην οικογένειά μας δεν γνωρίζαμε την ντροπή του σώματος. Κολυμπούσαμε τσίτσιδοι με τις αδερφές μου στον Ιλισό όταν ήμουν 12-13 ετών και κοιμόμασταν στο ίδιο κρεβάτι, γυμνοί. Θεωρούσα την ομορφιά μου όπλο. Όταν ήμουν νέος κοιτούσα τον εαυτό μου στον καθρέφτη και ήξερα ότι θα κάνω θραύση. Επειδή ήμουν εκδικητικός, αν κάποιος μου έκανε κακό, του έπαιρνα τη γυναίκα ή την κόρη του. Σήμερα δεν κοιτάζω πλέον τον εαυτό μου στον καθρέφτη. Δεν ανεχόμουν να είμαι προστατευόμενος κανενός. Ειδικά την εποχή που ξεκίνησα, για να επιζήσει κανείς έπρεπε να είναι προστατευόμενος. Έπαιρνα ό,τι μπορούσα κι έφευγα. Κάποτε τα πράγματα έγιναν πολύ σοβαρά. Όμως δεν οπισθοχώρησα.
Ανέπτυξα το ερευνητικό μου πνεύμα και κατάφερα να γίνω ένας επιστήμονας λόγω της μεγάλης μου περιέργειας. Αυτό μου έδωσε μεγάλη ικανοποίηση διότι μέσω της γνώσης μπόρεσα να δώσω χαρά στον κόσμο που επισκέπτεται τις εκθέσεις μου. Την έκθεσή μου στο Μπομπούρ την επισκέφτηκαν 1.500.000 άνθρωποι. Ο κόσμος της τέχνης είναι πολύ βρόμικος. Η επιστήμη δεν μπορεί να είναι από μόνη της μια μορφή τέχνης αν δεν έχει μέσα της μια φαντασίωση απολλώνεια. Ό,τι πιάνω το εμβαθύνω πάρα πολύ. Το πηγαίνω στα άκρα.
Χρησιμοποίησα τον ερωτισμό στην τέχνη μου επειδή είμαι ειδωλολάτρης.
Μου άρεσε το σώμα. Ο άνθρωπος είναι αναπόσπαστο κομμάτι της φύσης. Παρότι έχω αυτή την αναίδεια να μιλάω τόσο δυνατά, είμαι πολύ ταπεινός. Οι χριστιανοί εξεδίωξαν τα είδωλα, αλλά δεν κατάφεραν να διώξουν τους θεούς. Στη θέση τους έφεραν τους σημερινούς θεούς. Οι σημερινοί θεοί με ενέπνευσαν πάρα πολύ. Θεός είναι αυτός που έχει κάνει θαύματα. Τον συναντάς στη σύγχρονη ποίηση. Με αυτούς τους θεούς, αν και έχουν πεθάνει, ακόμα επικοινωνώ. Χρωστάω πάρα πολλά στη μεγαλοφυΐα των θεών που γνώρισα. Γνώρισα πολλές γυναίκες θεές. Κάποιες από αυτές έγιναν και ερωμένες μου. Με καταδεχτήκανε. Έκανα –και κάνω ακόμα– τέχνη όταν πέθαινα από ανία. Όταν δουλεύει ένας καλλιτέχνης, ζει. Όταν δεν δουλεύει, ζει την ανία και το χάος. Ο καλλιτέχνης δεν είναι τίποτα. Απλώς μεταφέρει σε ένα έργο τα μηνύματα των θεών. Όταν τελειώνει ένα έργο, ακολουθεί μεγάλη κατάθλιψη και ανία. Ένας φίλος μου αγαπητός μού είπε: «Δεν σε έχω δει μια μέρα που να μη σκέφτεσαι». Είναι επειδή πάσχω από ανία και με αυτόν τον τρόπο μπορώ να έχω μια επικοινωνία με τους θεούς που γνώρισα. Θεωρούσα την ομορφιά μου όπλο. Όταν ήμουν νέος κοιτούσα τον εαυτό μου στον καθρέφτη και ήξερα ότι θα κάνω θραύση. Επειδή ήμουν εκδικητικός, αν κάποιος μου έκανε κακό, του έπαιρνα τη γυναίκα ή την κόρη του. Σήμερα δεν κοιτάζω πλέον τον εαυτό μου στον καθρέφτη. Η πλήξη είναι ένα πλάκωμα. Μερικές φορές ερχόταν ένα φως και την έσπαγε. Μου έλεγε: «Κάνε αυτό». Το σεξ δεν ήταν ένας τρόπος για να καταπολεμήσω την πλήξη. Ήταν πάντοτε πανταχού παρόν. Δεν έλειπε ποτέ. Πλήξη-ξεπλήξη, το σεξ ήταν εκεί. Το σεξ μού έδωσε ευχαρίστηση. Δεν μπορώ να φανταστώ έναν κόσμο δίχως καλλιτέχνες. Θα ήταν μεγάλη δυστυχία για την κοινωνία. Έχω μίσος για τους καταπιεστές. Τους καταπιεστές όλων των ανθρώπων, αλλά ακόμα περισσότερο για τους καταπιεστές των καλλιτεχνών. Οι καλλιτέχνες καταπιέζονται απ' όλες τις μεριές περισσότερο από ποτέ. Δεν τους αφήνουν στην ησυχία τους. Ο χριστιανισμός έχει κάνει πολύ κακό στην ανθρωπότητα. Είναι μια θρησκεία που είναι εναντίον της ζωής. Έχει μια απέχθεια για τη ζωή. Το βρίσκουμε και στον Νίτσε αυτό, τον οποίον τον βγάλανε τρελό. Ο καλλιτέχνης δεν υπάρχει όταν δημιουργεί. Υπηρετεί το διονυσιακό στοιχείο. Αυτό είναι το βάθος. Αλλά χωρίς το απολλώνειο δεν είσαι καλλιτέχνης. Δεν μπορείς να βγαίνεις και να κάνεις τον τρελό. Χρειάζεται η γνώση, που αποκτιέται. Δεν είναι κάτι το αδύνατο. Αλλά και χωρίς το πάθος, το διονυσιακό δηλαδή, δεν γίνεται έργο τέχνης. Από το πάθος μόνο του δεν είναι έργο τέχνης μια γνώση απολλώνεια – αν θέλεις να σου δίνει κάτι το έργο τέχνης.
Οι σύγχρονοι Έλληνες δεν μπόρεσαν να φτιάξουν αυτό που υπήρχε. Ούτε να το ξεπεράσουν ούτε καν να το πλησιάσουν. Αντιθέτως το κατασπίλωσαν και το ξεσκίσανε. Αγαπημένος μου φιλόσοφος είναι ο Πλάτωνας. Επίσης ο Νίτσε και ο Ντε Σαντ. Ο Νίτσε δεν παραδεχόταν τον Πλάτωνα, έχει κάνει όμως μεγάλο λάθος. Είναι δήθεν. Γιατί μάλλον δεν κατάλαβε ποτέ την Ελλάδα, επειδή δεν πάτησε ποτέ το πόδι του εδώ. Μπορεί να δηλώνω πολίτης του κόσμου, όμως την Ελλάδα την αγαπώ για το απολλώνειο πνεύμα της και συγχρόνως για το διονυσιακό. Η Ελλάδα είναι ακόμα ένα όνειρο. Έχει κάτι το απολλώνειο, το φανταστικό. Η αττική γη με γεμίζει. Όλα αυτά τα χιλιάδες λουλούδια και φυτά. Δεν υπάρχει τίποτα χειρότερο από το να βάλεις γκαζόν στον κήπο σου. Το '74 κάτι πήγε να γίνει πάλι στην Ελλάδα, πιο ελευθερία, πιο…, σιγά σιγά όμως έσβησε. Το Παρίσι το αγάπησα επειδή έχει το λουξ της παιδικής μου μανίας για το μεγαλείο. Κάνεις μια βόλτα και βλέπεις το μεγαλείο της πόλης. Και τη Βενετία την αγαπώ πολύ. Τις δεκαετίες του '50 και του '60 στο Παρίσι τις θυμάμαι με άγχος. Πώς να επιβιώσει ένας άνθρωπος σαν εμένα με όλες αυτές τις ιδέες και δίχως κανέναν συμβιβασμό, όταν οι μισοί γίνονταν κομμουνιστές και οι άλλοι μισοί παντρευόντουσαν μια Γαλλίδα πλούσια! Αλλιώς δεν υπήρχες ως Έλληνας.
Όλοι στο ίδιο καζάνι βράζουνε. Δεν πήγα να πάρω τα παράσημα ούτε από την ελληνική κυβέρνηση ούτε από τον Μιτεράν, έστειλα τη φίλη μου την Ελένη. Τα πήρα για να μην τους προσβάλω. Δεν άλλαξα την υπηκοότητά μου για να γίνω Γάλλος, επειδή νιώθω πολίτης του κόσμου. Δεν πιστεύω σε εθνικότητες. Αυτό έκανε τη ζωή μου πολύ δύσκολη. Το ίδιο είχε κάνει και ο Πικάσο. Σιχαίνομαι τους κομμουνιστές. Είναι χειρότεροι και από τους χριστιανούς.
Από πολύ νωρίς απελευθερώθηκα από τις πολιτικές μαλακίες.
Όλοι στο ίδιο καζάνι βράζουνε. Δεν πήγα να πάρω τα παράσημα ούτε από την ελληνική κυβέρνηση ούτε από τον Μιτεράν, έστειλα τη φίλη μου την Ελένη. Τα πήρα για να μην τους προσβάλω. Οι άνθρωποι που συνάντησα στη ζωή μου, αν και έχουν φύγει, εξακολουθούν να είναι η παρέα μου. Μου σκοτώνουν τη μοναξιά μου συχνά. Προσεύχομαι σε αυτούς. Είναι οι θεοί μου. Το πνεύμα ήταν κάτι που πάντα με συγκινούσε σε μια γυναίκα. Θυμάμαι τη Σιμόν Σινιορέ. Τη μαγεία της. Τις γνώρισα όλες τις θεές. Την Γκρέτα Γκάρμπο αλλά και τη Μελίνα, όταν ήμουν 20 ετών κι εκείνη 26. Ήταν ένας τρομερός άνθρωπος. Έκανε θραύση. Αλλά ήταν τόσο ευφυής που με ταπείνωνε με τις λέξεις. Έμενα μουγγός. Κι αυτό δεν μπορούσα να το δεχτώ. Με αποστόμωνε. Με έκανε να νιώθω πολύ μαλάκας. Η ζωή μου ήταν σαν μια σβούρα. Έζησα πράγματα χωρίς να τα επιδιώκω. Τους Μπιτλς, τον Γκίνσμπεργκ. Ήταν απίστευτη η ζωή μου. Βρέθηκα να με φιλοξενεί στη βίλα του ακόμα και ο Ροδόλφο Βαλεντίνο. Η μόνη που δεν συνάντησα ποτέ ήταν η Μαρία Κάλλας. Και λυπάμαι γι' αυτό. Οι θεοί μερικές φορές κακοπερνάνε από τα πάθη τους επειδή εμβαθύνουν στη ζωή τους. Έτσι κομματιάστηκαν όλοι αυτοί. Ένας καλλιτέχνης δεν αναπτύσσεται αν δεν συναντήσει θεούς. Αυτοί μου έδωσαν κουράγιο. Ένας από αυτούς τους θεούς με ενθάρρυνε να συνεχίσω τις έρευνές μου στην τέχνη σε σχέση με τον μαγνήτη. Πάντα θα υπάρχει πρωτοπορία στην τέχνη. Στις μέρες μας δεν αναπτύσσεται όπως αναπτυσσόταν στη δική μας εποχή. Τότε και οι συλλέκτες και οι έμποροι είχαν έναν σεβασμό στον καλλιτέχνη. Τον βλέπανε θεϊκό. Θυμάμαι τον Ιόλα να μου φιλά τα χέρια.
Έγινα γνωστός από τα κινητικά μου έργα.
Από τη στιγμή που πέταξα ένα στραβό καρφί πάνω σε έναν μαγνήτη. Αλλά αυτό ήταν φυσικό επόμενο της έρευνας που έκανα. Πάμε σε μια κοινωνία Όργουελ ολοταχώς. Μετανιώνω για πολλά πράγματα που έκανα. Έκανα αρκετά λάθη. Το μεγαλύτερο ήταν ότι δεν βάσταξα κάποιες από τις θεές που γνώρισα. Έπρεπε να σκεφτώ ότι στα 80 σου χρειάζεσαι μια θεά δίπλα σου. Τώρα είναι πολύ αργά, αλλά δεν πειράζει. Ίσως τη Μελίνα. Η αγάπη είναι θαυμασμός και διαλεκτική. Δεν μπορεί να υπάρχει μονόλογος στην αγάπη. Δεν πρέπει να κολλάμε αν δεν υπάρχει αυτός ο διάλογος. Πάμε σε μια κοινωνία Όργουελ ολοταχώς. Το συναίσθημα είναι κάτι χριστιανικό. Αγάπησα εγωιστικά. Έτσι, για να πω ότι έχω κατακτήσει μια γυναίκα και ότι την έχω μόνο για τον εαυτό μου. Αλλά όχι για να πάψω να πηγαίνω με άλλες. Τι είναι αγάπη; Αφού μπορείς να είσαι συνεχώς ερωτευμένος με ένα διαφορετικό πλάσμα. Τους νεότερους θα τους συμβούλευα να έχουν ένα κίνητρο. Να γίνουν ήρωες για παράδειγμα. Ή να έχουν μια φιλοδοξία. Κίνητρο για τη γνώση. Εγώ είχα το κίνητρο της επιτυχίας. Ασχέτως του αν αυτό στην πορεία αποδείχτηκε παγίδα. Επίσης, είχα ως κίνητρο το μίσος ενάντια στο κατεστημένο. Διαφορετικά, είσαι ένα μέσα στο δισεκατομμύριο. Διατηρώ ακόμα το μίσος μου απέναντι στους καταπιεστές και το κατεστημένο και θέλω με την πρώτη ευκαιρία να τους τσακίσω. Και τα πάω καλά τελευταία. Τσακίζω συνέχεια. Είναι ένας ακήρυχτος πόλεμος. Ευτυχώς που μου έμεινε αυτό το μίσος. Τα παιδιά φαίνεται να αντιδρούν στους γονείς τους. Είναι ένας νόμος της φύσης αυτός. Η κόρη μου έγινε καθολική θεολόγος και ο γιος μου δουλεύει στη Γουόλ Στριτ. Κάνει προγράμματα για να πλουτίζουν πιο πολύ οι πλούσιοι. Πάλι καλά, γιατί τα παιδιά των καλλιτεχνών συνήθως τα βρίσκουν πολύ πιο δύσκολα.
Το αντεργκράουντ με γοήτευε.
Ήμουν μέσα σε αυτό, ήθελα δεν ήθελα. Θυμάμαι τα στέκια τους στο Αιγάλεω, στο Μεταξουργείο και στον Κολωνό. Αν έβλεπες τους χορευτές, τα 'χανες. Η Αθήνα δεν υπάρχει. Είναι ένα μεγάλο τσαντίρι. Το μόνο που αξίζει είναι να βλέπεις τις Ελληνίδες το καλοκαίρι, ντυμένες ελαφρά. Οι Ελληνίδες είναι αριστούργημα. Σωστά αγάλματα. Δεν μ' αρέσουν οι παρθένες. Σημαίνει ότι κάτι πάει λάθος. Δεν έχω φίλους, φύγανε όλοι. Δεν μου λείπουν πάρα πολύ, γιατί με τη φαντασία μου μπορώ να τους έχω όποτε θέλω. Η φαντασία είναι ένα πράγμα πολύ ελληνικό. Αυτό είναι το μεγαλείο του Έλληνα. Οι Έλληνες ήταν πολύ ευτυχισμένοι την παλιά εποχή και γι' αυτό τους ζήλευαν οι ξένοι. Ήταν κάτι που δεν μπόρεσαν να καταφέρουν οι ξένοι. Το ελληνικό θαύμα. Μπορεί κάποιοι να είναι συντηρητικοί, αλλά εγώ ποτέ δεν είχα τέτοιους φίλους. Η χώρα αυτή έχει βγάλει υπέροχους Έλληνες. Οι περισσότεροι έχουν φύγει.
Μία αποκαλυπτική συνέντευξη του Takis για τα πρώτα χρόνια του υπαρξισμού και της φτώχειας
Μουσείο Γουλανδρή στην Ανδρο ...
Ο TAKIS (Παναγιώτης Βασιλάκης) πριν καταξιωθεί στο Παρίσι, πριν τα έργα του μπουν στα μεγαλύτερα Μουσεία του κόσμου και στις σημαντικότερες Συλλογές, ο TAKIS έζησε ως πάμφτωχος υπαρξιστής στην Ελλάδα.
Ο έλληνας καλλιτέχνης παγκόσμιου βεληνεκούς, πέθανε σε ηλικία 94 ετών.
Στην συνέντευξη που έδωσε στον το 2004, αναφέρεται στις παρέες του στα μεταπολεμικά χρόνια, και πριν το 1954, οπότε και έφυγε για το Παρίσι. Οι παρέες αυτές, είναι κυρίως καλλιτέχνες που ορίζονται ως οι πρώτοι Υπαρξιστές και προηγούνται των επόμενων Υπαρξιστών της Ιπτάμενης Παράγκας του Σίμου. Οι περισσότεροι, είναι σπουδαίοι καλλιτέχνες. Μερικοί από αυτούς, είναι πια, πρόσωπα σχεδόν μυθικά, όπως η Λένα Τσούχλου, ο Takis, ο Μίνως Αργυράκης, η Λίλη Μακ, ο Γιώργος Μακρής και η Ναταλία Μελά.
Ο Takis και η απαξίωση για τους πλούσιους
Ο Takis, στη συνέντευξη, εκφράζεται με έντονη απαξίωση, για τους πλούσιους καλλιτέχνες, που συναναστρεφόταν εκείνα τα χρόνια. Δεν τους θεωρεί καν καλλιτέχνες.
Ο Takis σε καφέ στο Παρίσι (1966). Δίπλα του σκυμμένος τον φωτογραφίζει φίλος του. Και τους δύο τους φωτογραφίζει ο Σίμος Τσαπνίδης
Το βιβλίο ESTAFILADES, που έγραψε, αποτελεί και την αυτοβιογραφία του. Είναι εξαιρετικά σημαντικό, αφού εκτός της ζωής του στο Παρίσι, περιγράφει σε πραγματικό χρόνο τους πρώτους Υπαρξιστές στην Ελλάδα. Όμως, διαβάζοντας κανείς αυτό το βιβλίο, θα πρέπει να έχει πάντα υπόψη του, τη φτώχεια της εποχής, που σαν ξυράφι χαράζει και δημιουργεί αυτή την εικόνα στον Takis. Και αυτή η εικόνα δεν είναι πάντα και η πραγματική ή τουλάχιστον είναι η πραγματικότητα που βίωσε από την πλευρά του, ο Takis.
Το βιβλίο ESTAFILADES, που έγραψε, αποτελεί και την αυτοβιογραφία του
Διαβάστε ολόκληρη τη συνέντευξη με τον TAKIS
-Οι ESTAFILADES είναι η αυτοβιογραφία σας;
-Βέβαια. Τι άλλο μπορεί να είναι;
-Πότε γράφτηκε;
-Σημειώσεις κρατούσα από παιδί, σε χαρτάκια κρατούσα ιδέες και τα είχα μαζέψει…ο Μίνως Αργυράκης δακτυλογράφησε τα κομμάτια εδώ μέχρι το 1954…Μετά όταν πήγα στο Παρίσι, δεν μιλούσα τη γλώσσα και τσατίστηκα μ έναν κριτικό τέχνης και το μετέφρασα για να δείξω το πνεύμα μου.. το έδωσα και το κυκλοφόρησε το 1961 ο Julliard René που είχε εκδώσει τον Νταλί και τη Françoise Sagan
-Τι σημαίνει ο τίτλος;
-ESTAFILADES σημαίνει Ξυραφιές στα Λατινικά. Πληγές από ξυραφιές.
-Στο βιβλίο σας, εκεί που περιγράφετε την παρέα του Λουμίδη, αναφέρετε μια κοπέλα με το παρατσούκλι «Κροκόδειλος»…
-Δεν ξέρω τι απέγινε αυτή
-Αναφέρεστε στην Μαίρη Λάππα;
-Ναι…(γέλιο) …πού την ξέρεις; πού τα ξέρεις εσύ αυτά;
-Ήταν ποιήτρια;
-Όχι, ήταν εμπνεύστρια…Μας τάιζε μας περιποιότανε…ήταν παράξενο κορίτσι, της άρεσε να είναι με καλλιτέχνες…δεν ήταν και καλλονή…
-Σε αυτή την παρέα, τα κύρια πρόσωπα είναι ο Μάκης Μιχαλόπουλος, ο ποιητής που αυτοκτόνησε ..
-Ναι
-Ο Takis στο εργαστήριό του (σιδεράδικο) στο Παρίσι με τον στενό του φίλο Πάνο Ραϋμόνδο (1966)
-Ο Πάνος Ραϋμόνδος, ο Γλύπτης , ο Βλαδίμηρος κι η Λίλη Μακ, ο Μινως Αργυράκης, εσείς βέβαια και η Μαίρη Λάππα…είναι έτσι;
-Ναι
-Ήταν άλλοι στην παρέα αυτή;
-Όχι. Αρχηγός ήταν η Λίλη Μακ, η οποία ήταν πανέμορφη. Εποχή υπαρξισμού…
-Αυτή η χρονιά, το 1946, που σχηματίζεται η παρέα, είναι μυθική, είστε οι πρώτοι υπαρξιστές, πριν τους υπαρξιστές της Παράγκας του Σίμου. Η παράγκα είναι το 1953… Αλήθεια τον Σίμο γιατί δεν τον αναφέρετε στο βιβλίο;
-Δεν ήταν άνθρωπος πνευματικός, τσαγκάρης ήταν και είχε ένα κύκλο από παιδιά που ήταν υπαρξιστές ως προς την επιφάνεια , δεν είχαν βάθος
-Τώρα, εκείνο που μπορώ να διακρίνω, είναι ότι, μαζί με σας, υπάρχει ένας μεγαλύτερος κύκλος μορφωμένων και πλουσίων παιδιών στο Κολωνάκι…
-Εμείς τους περιφρονούσαμε αυτούς
-Φαίνεται ότι εκείνοι με εσάς, δεν έχουν μόνο μια απλή διαφορά, υπάρχει μεταξύ σας ένα χάος…
-Χάος, ναι
-----------------------------------
Πέθανε ο Takis -Ο εικαστικός που έβαλε τον ηλεκτρομαγνητισμό στις αίθουσες τέχνης
Τα συλλυπητήρια του Μητσοτάκη για τον θάνατο του Takis: Ηταν ένας παγκόσμιος Ελληνας
Γιατί η έκθεση του Ελληνα γλύπτη Takis κάνει το Λονδίνο να παραληρεί πριν καν ανοίξει!
-Υπάρχει ταξική διαφορά, εσείς είστε τα φτωχόπαιδα , τους περιφρονείτε…Υπάρχει λοιπόν μια τέτοια μεγάλη διαφορά, αλλά ταυτόχρονα υπάρχει και μία συνάφεια, κάνετε παρέα με αυτούς, αναφέρομαι για παράδειγμα στην Νάτα Μελά, στην Λένα Τσούχλου, που ανήκουν στα πλουσιόπαιδα ..
-Κονομούσαμε…τους τρώγαμε κανένα σάντουιτς… ήτανε για εμάς θύματα, να τους τα φάμε, να τους πάρουμε κάτι… εκείνη την εποχή δεν είχες να φας ένα κομμάτι ψωμί…Μας καλούσανε κάπου… στο σπίτι τους, τρώγαμε, πίναμε, φεύγαμε…. αυτός ο κύκλος, ήταν μπουρζουάδες …εμείς δεν είχαμε να κάνουμε με τους μπουρζουάδες, τίποτα παρά να τους χρησιμοποιούμε για να φάμε κανένα σάντουιτς…Παιδιά πλουσίων όλοι αυτοί…Ούτε καν τους εκτιμώ ακόμα, δεν έχω εκτίμηση…παιδιά πλουσίων που πάνε να γίνουν καλλιτέχνες…δεν ήταν σαν κι εμάς…εμείς ήμασταν μες στη ζωή…
-Αυτή η απέχθεια ή δυσφορία που νιώθατε τότε γι αυτούς, κρατάει μέχρι τώρα;
-Η απέχθεια αυτή; Βεβαίως …
-Μα τώρα πια είστε φτασμένος, ένας αναγνωρισμένος διεθνώς καλλιτέχνης…
-Εγώ δεν έχω κάνει συμβιβασμούς αγαπητέ μου…αυτοί γλύφουνε το κράτος….εγώ έχω αποτυχία ως προς αυτήν την πλευρά.. δεν τους χωνεύω…ούτε και με χωνεύουνε διότι ξέρουνε ότι δεν είμαι δικός τους
-Τώρα στη δική σας παρέα, βλέπω εικόνες όπως να κυκλοφορείτε ξυπόλυτοι, η Λίλη κυκλοφορούσε ξυπόλυτη;
-Ναι κι εγώ έπλενα τα πόδια μου στου Λουμίδη …ναι αυτή ήταν μια καινούργια κατάσταση που δεν υπήρχε μόνο εδώ αλλά και στο εξωτερικό…όμως δεν κοπιάραμε κανένα, δεν είχαμε την πληροφόρηση που υπάρχει σήμερα… ήμασταν αυθεντικοί…
Η Ελλάδα τότε ήταν Καφκική, ήταν ο Παπάγος ήταν μια δικτατορία, ένας φόβος, τα χαρτιά
-Όμως και οι άλλοι, αυτούς που ας ονομάσουμε πλούσιους, δεν ήταν κι αυτοί υπαρξιστές; Και αυτοί δεν είχαν μια ανάλογη συμπεριφορά;
-Και στο Παρίσι…κι εκεί διάφορες πλούσιες κυρίες στο St Germain ντυνόντουσαν μποέμικα για να μπορέσουνε να εισχωρήσουνε στις πραγματικές υπαρξιστικές ομάδες
-Εσείς ήσασταν επηρεασμένος από τον André Gide;
-Ο Μίνως Αργυράκης ήταν ο πιο διαβασμένος
-Μιλάω για εσάς τώρα…
-Περισσότερο ο Κάφκα με είχε επηρεάσει ..η Ελλάδα τότε ήταν Καφκική, ήταν ο Παπάγος ήταν μια δικτατορία, ένας φόβος, τα χαρτιά… Βεβαίως είχα ενδιαφέρον για όλους τους μεγάλους φιλοσόφους, αλλά η Ελλάδα ήταν Καφκική κι έχω κάνει έργα για τον Αιώνα Του Κάφκα που είχε μεγάλη επιτυχία στο Παρίσι και μάλιστα τα εξέθεσα στην Μαδρίτη και στην Ελλάδα… είναι μια Καφκική ατμόσφαιρα……Εμείς είμαστε κατατρεγμένοι από την αστυνομία, τους ασφαλίτες… ήταν ένας Ζάκας εκεί κατάσκοπος που μας παρακολουθούσε
Ο Takis με τον Σίμο Τσαπνίδη στο Λονδίνο (1966). Στον τοίχο είναι γραμμένη η λέξη SIGNALS αναφορά στα περίφημα «Σινιάλα» του Τάκη
-Ο Ζάκας τσακώθηκε κάποτε με τον Βλαδίμηρο;
-Αυτό τώρα εσύ πού το ξέρεις;
-Η πληροφορία έρχεται από τα ημερολόγια του Σίμου. Αναφέρει πως του διηγηθήκατε κάτι τέτοιο όταν βρεθήκατε στο Παρίσι…
-Ναι ο Σίμος, θέλω να πω ότι μπορεί να είπα προηγουμένως ότι ήταν ένας αγράμματος τσαγκάρης, αλλά εξελίχθηκε …όπως και ο Ραϋμόνδος, όταν τον γνώρισα ήταν τσιμεντάς…
-Ο Ραϋμόνδος ήταν ο καλύτερός σας φίλος;
-Δεν ξεχωρίζω τους φίλους μου. Μου έχουνε μείνει μερικοί φίλοι, οι περισσότεροι δυστυχώς φύγανε
-Είναι αλήθεια ότι στον Αργυράκη, στο τέλος της ζωής του, στείλατε 5 χιλιάδες δολάρια;
-Στο τέλος της ζωής του, όσο μπορούσα τον στήριξα
-Έχω άλλες πληροφορίες όμως που σας κατηγορούν ότι τον ξεχάσατε
-Ξέχασα εγώ τον Μίνω; Δεν είμαστε καλά…Δώρο από τον Μίνω δεν δεχόμουνα, ό,τι έχω τα αγόρασα, το ίδρυμά μου δηλαδή…
-Η παρέα σας, εννοώ η παρέα του Λουμίδη, Αργυράκης, Ραυμόνδος, εσείς, οι Μακ , με την πολιτική τι σχέση είχατε;
-Απολίτικοι. Μετά τα Δεκεμβριανά κανένας μας δεν είχε σχέση με τα πολιτικά, υπήρξε μια μεγάλη απογοήτευση με τον Στάλιν που πρόδωσε το κίνημα, αν κι εγώ δεν ήμουνα κομουνιστής…αριστεροί ήμασταν φυσικά, μετά όμως όλοι είχαμε απογοητευτεί, δεν μας ενδιέφερε πλέον η πολιτική, θέλαμε να ζήσουμε με ποίηση και να ζήσουμε τη στιγμή, δεν είχαμε ούτε μέλλον ούτε παρελθόν…
Ο Takis σε έκθεση μαγνητικών έργων του, στη γκαλερί του Αλεξάνδρου Ιόλα στο Παρίσι (1964).
-Πάντως από την κουλτούρα της παρέας σας, των πρώτων υπαρξιστών, έχουν μείνει τα γραπτά τα δικά σας που είναι του 1954, ένα ποίημα του Μιχαλόπουλου…
-Ο Μίνως άρχισε να δακτυλογραφεί τα γραπτά μου πολύ πριν από το 1954, άμα το πάρεις δηλαδή χρονικά… είχα ένα μάτσο από χαρτιά, κομμάτια από τραπεζομάντιλα κάτι τέτοια… εκεί που έγραφα το ημερολόγιό μου…τα διαβάζει ο Μίνως το 1948, ή το 1949… και από καιρό σε καιρό πάω στο σπίτι του , τα διαβάζω κι αυτός τα δακτυλογραφεί, και τα δακτυλογραφεί σωστά…δηλαδή παίρνει το ζουμί…εγώ τα διαβάζω , ξαπλωμένος σε ένα ντιβάνι…ο Μίνως είχε βγάλει το Κολέγιο το Αμερικάνικο, και τα δακτυλογραφούσε με πάθος .. ε και φτάνω στο Παρίσι το 1954…μέχρι το 1954 βγήκε από τον Μίνω, από εκεί και πέρα, από το 1954 μέχρι το 1961, βρίσκω έναν που γύριζε κι αυτός μέσα σ αυτό τον χώρο , ένας νέος φιλόσοφος …πολύ άσχημος…ο Χάρης ο Κανελλόπουλος, κι αυτός πια μου δακτυλογραφεί από εκεί και πέρα μέχρι το 1961…ο οποίος ερχόταν κάθε πρωί και του τα υπαγορεύω και τα γράφει καλύτερα συντακτικά…και οι δύο κράτησαν το πνεύμα, δεν το αλλάξανε…και μια φορά τσατίζομαι με τον Γάλλο κριτικό που είπε «τι λέτε για τον Τάκις, αυτός δεν έχει πνεύμα» και πηγαίνω και του πετάω τα μεταφρασμένα δακτυλογραφημένα στη μούρη και του λέω «διάβασέ το αυτό για να καταλάβεις ποιος είμαι» και αυτός τα διαβάζει … και ένας από τους φίλους του που ήταν λεκτέρ του Julliard René, το πήγε στον Julliard. Και μου τηλεφωνάει μια μέρα ο Julliard και μου λέει έχω στα χέρια μου ένα δακτυλογραφημένο δικό σου που είναι τρομερά ενδιαφέρον…αλλά δεν μπορούμε να το δημοσιεύσουμε όπως είναι…δεν θα πιάσουνε τον Τάκι, θα πιάσουνε εμένα τον εκδότη…και έτσι βγήκε λογοκριμένο
Η Λίλη ψωνιζότανε με κάποιον γκόμενο πότε αμερικάνο, πότε έλληνα πλούσιο
-Στην Πλάκα, ήταν ένα ταβερνάκι που το λέγανε «Μεθυσμένο Καράβι», εκεί πηγαίνατε;
-Ναι. Η Λίλη ψωνιζότανε και εμείς ακολουθούσαμε…και τρώγαμε… Η Λίλη ψωνιζότανε με κάποιον γκόμενο πότε αμερικάνο, πότε έλληνα πλούσιο …
Η Λίλη Μακ (Ελισάβετ Ιβάνωφ) αρχηγός των πρώτων υπαρξιστών της Αθήνας και προστάτιδα δύναμη του Takis στα χρόνια της φτώχιας. Η φωτογραφία στην Ιπτάμενη Παράγκα του Σίμου (1953)
-Ναι αλλά η Λίλη δεν ήταν ερωτευμένη με εσάς;
-Με όλους. Τότε ήταν υπαρξισμός. δεν σου ανήκε δεν είχες μια γυναίκα, η γυναίκα ανήκε σε όλους…
-Από αυτά τα χρόνια 1946-1954, έχει μείνει εκτός από τα γραπτά άλλο έργο δικό σας, γλυπτό ή ζωγραφιά;
-Ε πώς δεν έχει μείνει …είχα πολλά αλλά μου τα έκλεψαν..
-Υπάρχει έργο σας του 1946;
-Ναι…η Τζένη Δρόσου…έκανα το πορτραίτο της
-Ποια ήταν αυτή;
-Ηθοποιός ήταν για ένα διάστημα
-Ποιός το έχει;
-Το έχω εγώ…έχω μερικά έργα που έχουν επιβιώσει
Takis στο Παρίσι (1966)
-Σας είχε ερωτευτεί η Ναταλία Μελά;
-Με είχαν ερωτευτεί πολλές αν θες να ξέρεις πήγαινα με τις κόρες των πλουσίων. Έτσι επιβίωσα. Και επιβίωσαν κι οι φίλοι μου γύρω μου.
-Από αυτούς που είπαμε τώρα, εκτός από εσάς ποιος άλλος άφησε έργο. Ο Βλαδίμηρος δεν άφησε τίποτα νομίζω
-Ο Βλαδίμηρος όχι
-Ο Ραϋμόνδος; Τους Αγγέλους τους έκανε μετά νομίζω
-Ο Ραϋμόνδος έκανε κάτι γύψινα
-Και ο Μίνως πριν το 40 νομίζω είχε αρχίσει να σκιτσάρει
-Και ο Βλαδίμηρος ζωγράφιζε κάτι τέρατα
-Ήταν στην παρέα σας ο Γιώργος Τσουκαλάς;
-Όχι στην παρέα, αλλά ο Τσουκαλάς, είχε αδυναμία στην Λίλη
-Κι αυτός;
-Ναι, την Λίλη την είχε ερωτευτεί η μισή Αθήνα. Λόγω της Λίλης, μπαίναμε στην Μεγάλη Βρετανία, στο Κινγκ Τζωρτζ, έγινε γκόμενα του Παλαμά, του μικρού… του Λέανδρου, ε και τρώγαμε από τον Λέανδρο, τρώγαμε από εκεί τρώγαμε από δω…Η Λίλη ήτανε Ρωσίδα…κάποιος να της έκανε τον θλιμμένο και τον απογοητευμένο έπεφτε απάνω του…έπαιζε πολλές φορές Ντοστογιέφσκι, ο Βλαδίμηρος έπαιζε τον Ηλίθιο, κάτι κάναμε για να τραβάμε την προσοχή…πρέπει να’ χεις κάποια μυθολογία
-Σωστό
-Άννα Καρένινα!… η Λίλη έπαιζε κι αυτό…
-Αυτά πού τα έπαιζε;
-Στα Καφενεία, στις ταβέρνες…ήταν παράξενη γυναίκα…όμορφη και την ερωτεύονταν οι γκόμενοι και τρώγαμε κι εμείς
-Η Λίλη, ήταν εξαιρετική σαν παρουσία δηλαδή σαν τρόπος ζωής
-Ναι σαν τρόπος ζωής… μα κι εμείς τι νομίζεις; Μια διέξοδος ήτανε…δεν μπορώ να στο περιγράψω…αυτό που δεν περιγράφεται είναι η πείνα. Αν κάποιος σου έδινε ένα σάντουιτς έτρωγες. Αν δεν σου έδινε έμεινες νηστικός. Στου Λουμίδη πηγαίναμε συχνά και περιμέναμε να βρεθεί κάποιος να μας κεράσει καμιά τυρόπιτα… αλλά ήμασταν πολύ ατράκτιβ, εντυπωσιακή παρέα…. και ο Γκουτσίνας αυτός ο ηλίθιος, τι τσιγγούνης., πηγαίνανε καλλιτέχνες κάνανε τοποθετήσεις .. εγώ του’ σπασα το πορτραίτο , πήγα έφαγα και μετά του το’ σπασα, είπα έπεσε κατά λάθος….εκδικητικός ήμουν, δεν έδινα τίποτα σ αυτούς… τους γοήτευα ένα διάστημα για να τρώω και μετά δεν έδινα τίποτα… με καταλαβαίνανε και με διώχνανε
================================
«Η ζωή μου ήταν σαν μια σβούρα»: Ο γλύπτης Τάκις και τα ατρόμητα πιστεύω του σε έναν συναρπαστικό, ανέκδοτο μονόλογο Μια ανέκδοτη συνομιλία με τον μεγάλο Έλληνα γλύπτη που πέθανε σήμερα.
9.8.2019 Πέθανε ο Takis - Ένας από τους σπουδαιότερους καλλιτέχνες της σύγχρονης Ελλάδας
Ο Πέτρος Μπιρμπίλης είχε συναντήσει τον Τάκι το 2006 στο Γεροβουνό για λογαριασμό ενός βραχύβιου περιοδικού. Aπό τη μακρά συνομιλία τους, που κατέληξε σε μία από τις πιο εξομολογητικές και ατρόμητες συνεντεύξεις του γλύπτη, είχε δημοσιευτεί ένα πολύ μικρό μέρος. Με αφορμή τον σημερινό του θάνατο δημοσιεύεται εδώ για πρώτη φορά ολόκληρη η απομαγνητοφώνηση. Μπορείς να γίνεις καλλιτέχνης χωρίς να διαθέτεις ταλέντο. Δεν υπήρξα παιδί με έφεση στη ζωγραφική. Θυμάμαι ότι για να σχεδιάσω ένα πορτρέτο του Βάγκνερ χρησιμοποίησα διαβήτες, χάρακες και κάθε είδους όργανα. Αυτό που με έκανε καλλιτέχνη ήταν η μεγαλομανία. Ονειρευόμουν να γίνω πάμπλουτος, να ζω στην πολυτέλεια. Σε αυτό έπαιξε ρόλο το ότι γεννήθηκα σε μια πλούσια οικογένεια που τα είχε χάσει όλα και δεν μπορούσα να παραδεχτώ ότι είχαμε γίνει φτωχοί λόγω του πολέμου στη Μικρά Ασία. Αργότερα κατάλαβα πόσο περιφρόνηση μου προξενούσε το χρήμα. Κάτι που ισχύει ακόμα. Από μικρός ήμουν ατίθασος και έτρεφα μεγάλη απέχθεια για την Εκκλησία, τους παπάδες και τους καταπιεστές. Τα μίσος αυτό παραμένει το ίδιο. Μάλλον ήταν αναπόφευκτο επειδή οι πρόγονοί μου από τον 16ο αιώνα ήσαν όλοι επαναστάτες. Στην οικογένειά μας δεν γνωρίζαμε την ντροπή του σώματος. Κολυμπούσαμε τσίτσιδοι με τις αδερφές μου στον Ιλισό όταν ήμουν 12-13 ετών και κοιμόμασταν στο ίδιο κρεβάτι, γυμνοί.
Είμαι κυνικός, ήθελα πάντα την επιτυχία για να κατακτήσω αυτό που μου ανήκει.
Αργότερα αυτό το πάθος για επιτυχία μετατράπηκε σε ένα πάθος διαφορετικό. Από παιδί ήμουν υπερσεξουαλικός. Το πάθος μου για το γυναικείο σώμα έγινε το κίνητρο για να το μετουσιώσω σε κάτι φορμαλιστικό. Ήθελα να ζωγραφίσω το γυναικείο σώμα. Μερικές αποφάσεις πρέπει να παίρνονται ακόμα κι αν φαίνονται παράλογες. Έκανα διάφορα επαγγέλματα για να ζήσω. Μετά τον πόλεμο του '46 καθάριζα μέχρι και τουαλέτες μόνο για ένα πιάτο φαγητό. Μέχρι που μια μέρα αποφάσισα ότι δεν έπρεπε να κάνω πράγματα που δεν ήθελα. Κλείστηκα σε ένα δωμάτιο και κόντεψα να πεθάνω της πείνας. Όμως, αν δεν το έκανα, δεν ξέρω τι θα ήμουν σήμερα. Στην οικογένειά μας δεν γνωρίζαμε την ντροπή του σώματος. Κολυμπούσαμε τσίτσιδοι με τις αδερφές μου στον Ιλισό όταν ήμουν 12-13 ετών και κοιμόμασταν στο ίδιο κρεβάτι, γυμνοί. Θεωρούσα την ομορφιά μου όπλο. Όταν ήμουν νέος κοιτούσα τον εαυτό μου στον καθρέφτη και ήξερα ότι θα κάνω θραύση. Επειδή ήμουν εκδικητικός, αν κάποιος μου έκανε κακό, του έπαιρνα τη γυναίκα ή την κόρη του. Σήμερα δεν κοιτάζω πλέον τον εαυτό μου στον καθρέφτη. Δεν ανεχόμουν να είμαι προστατευόμενος κανενός. Ειδικά την εποχή που ξεκίνησα, για να επιζήσει κανείς έπρεπε να είναι προστατευόμενος. Έπαιρνα ό,τι μπορούσα κι έφευγα. Κάποτε τα πράγματα έγιναν πολύ σοβαρά. Όμως δεν οπισθοχώρησα.
Ανέπτυξα το ερευνητικό μου πνεύμα και κατάφερα να γίνω ένας επιστήμονας λόγω της μεγάλης μου περιέργειας. Αυτό μου έδωσε μεγάλη ικανοποίηση διότι μέσω της γνώσης μπόρεσα να δώσω χαρά στον κόσμο που επισκέπτεται τις εκθέσεις μου. Την έκθεσή μου στο Μπομπούρ την επισκέφτηκαν 1.500.000 άνθρωποι. Ο κόσμος της τέχνης είναι πολύ βρόμικος. Η επιστήμη δεν μπορεί να είναι από μόνη της μια μορφή τέχνης αν δεν έχει μέσα της μια φαντασίωση απολλώνεια. Ό,τι πιάνω το εμβαθύνω πάρα πολύ. Το πηγαίνω στα άκρα.
Χρησιμοποίησα τον ερωτισμό στην τέχνη μου επειδή είμαι ειδωλολάτρης.
Μου άρεσε το σώμα. Ο άνθρωπος είναι αναπόσπαστο κομμάτι της φύσης. Παρότι έχω αυτή την αναίδεια να μιλάω τόσο δυνατά, είμαι πολύ ταπεινός. Οι χριστιανοί εξεδίωξαν τα είδωλα, αλλά δεν κατάφεραν να διώξουν τους θεούς. Στη θέση τους έφεραν τους σημερινούς θεούς. Οι σημερινοί θεοί με ενέπνευσαν πάρα πολύ. Θεός είναι αυτός που έχει κάνει θαύματα. Τον συναντάς στη σύγχρονη ποίηση. Με αυτούς τους θεούς, αν και έχουν πεθάνει, ακόμα επικοινωνώ. Χρωστάω πάρα πολλά στη μεγαλοφυΐα των θεών που γνώρισα. Γνώρισα πολλές γυναίκες θεές. Κάποιες από αυτές έγιναν και ερωμένες μου. Με καταδεχτήκανε. Έκανα –και κάνω ακόμα– τέχνη όταν πέθαινα από ανία. Όταν δουλεύει ένας καλλιτέχνης, ζει. Όταν δεν δουλεύει, ζει την ανία και το χάος. Ο καλλιτέχνης δεν είναι τίποτα. Απλώς μεταφέρει σε ένα έργο τα μηνύματα των θεών. Όταν τελειώνει ένα έργο, ακολουθεί μεγάλη κατάθλιψη και ανία. Ένας φίλος μου αγαπητός μού είπε: «Δεν σε έχω δει μια μέρα που να μη σκέφτεσαι». Είναι επειδή πάσχω από ανία και με αυτόν τον τρόπο μπορώ να έχω μια επικοινωνία με τους θεούς που γνώρισα. Θεωρούσα την ομορφιά μου όπλο. Όταν ήμουν νέος κοιτούσα τον εαυτό μου στον καθρέφτη και ήξερα ότι θα κάνω θραύση. Επειδή ήμουν εκδικητικός, αν κάποιος μου έκανε κακό, του έπαιρνα τη γυναίκα ή την κόρη του. Σήμερα δεν κοιτάζω πλέον τον εαυτό μου στον καθρέφτη. Η πλήξη είναι ένα πλάκωμα. Μερικές φορές ερχόταν ένα φως και την έσπαγε. Μου έλεγε: «Κάνε αυτό». Το σεξ δεν ήταν ένας τρόπος για να καταπολεμήσω την πλήξη. Ήταν πάντοτε πανταχού παρόν. Δεν έλειπε ποτέ. Πλήξη-ξεπλήξη, το σεξ ήταν εκεί. Το σεξ μού έδωσε ευχαρίστηση. Δεν μπορώ να φανταστώ έναν κόσμο δίχως καλλιτέχνες. Θα ήταν μεγάλη δυστυχία για την κοινωνία. Έχω μίσος για τους καταπιεστές. Τους καταπιεστές όλων των ανθρώπων, αλλά ακόμα περισσότερο για τους καταπιεστές των καλλιτεχνών. Οι καλλιτέχνες καταπιέζονται απ' όλες τις μεριές περισσότερο από ποτέ. Δεν τους αφήνουν στην ησυχία τους. Ο χριστιανισμός έχει κάνει πολύ κακό στην ανθρωπότητα. Είναι μια θρησκεία που είναι εναντίον της ζωής. Έχει μια απέχθεια για τη ζωή. Το βρίσκουμε και στον Νίτσε αυτό, τον οποίον τον βγάλανε τρελό. Ο καλλιτέχνης δεν υπάρχει όταν δημιουργεί. Υπηρετεί το διονυσιακό στοιχείο. Αυτό είναι το βάθος. Αλλά χωρίς το απολλώνειο δεν είσαι καλλιτέχνης. Δεν μπορείς να βγαίνεις και να κάνεις τον τρελό. Χρειάζεται η γνώση, που αποκτιέται. Δεν είναι κάτι το αδύνατο. Αλλά και χωρίς το πάθος, το διονυσιακό δηλαδή, δεν γίνεται έργο τέχνης. Από το πάθος μόνο του δεν είναι έργο τέχνης μια γνώση απολλώνεια – αν θέλεις να σου δίνει κάτι το έργο τέχνης.
Οι σύγχρονοι Έλληνες δεν μπόρεσαν να φτιάξουν αυτό που υπήρχε. Ούτε να το ξεπεράσουν ούτε καν να το πλησιάσουν. Αντιθέτως το κατασπίλωσαν και το ξεσκίσανε. Αγαπημένος μου φιλόσοφος είναι ο Πλάτωνας. Επίσης ο Νίτσε και ο Ντε Σαντ. Ο Νίτσε δεν παραδεχόταν τον Πλάτωνα, έχει κάνει όμως μεγάλο λάθος. Είναι δήθεν. Γιατί μάλλον δεν κατάλαβε ποτέ την Ελλάδα, επειδή δεν πάτησε ποτέ το πόδι του εδώ. Μπορεί να δηλώνω πολίτης του κόσμου, όμως την Ελλάδα την αγαπώ για το απολλώνειο πνεύμα της και συγχρόνως για το διονυσιακό. Η Ελλάδα είναι ακόμα ένα όνειρο. Έχει κάτι το απολλώνειο, το φανταστικό. Η αττική γη με γεμίζει. Όλα αυτά τα χιλιάδες λουλούδια και φυτά. Δεν υπάρχει τίποτα χειρότερο από το να βάλεις γκαζόν στον κήπο σου. Το '74 κάτι πήγε να γίνει πάλι στην Ελλάδα, πιο ελευθερία, πιο…, σιγά σιγά όμως έσβησε. Το Παρίσι το αγάπησα επειδή έχει το λουξ της παιδικής μου μανίας για το μεγαλείο. Κάνεις μια βόλτα και βλέπεις το μεγαλείο της πόλης. Και τη Βενετία την αγαπώ πολύ. Τις δεκαετίες του '50 και του '60 στο Παρίσι τις θυμάμαι με άγχος. Πώς να επιβιώσει ένας άνθρωπος σαν εμένα με όλες αυτές τις ιδέες και δίχως κανέναν συμβιβασμό, όταν οι μισοί γίνονταν κομμουνιστές και οι άλλοι μισοί παντρευόντουσαν μια Γαλλίδα πλούσια! Αλλιώς δεν υπήρχες ως Έλληνας.
Όλοι στο ίδιο καζάνι βράζουνε. Δεν πήγα να πάρω τα παράσημα ούτε από την ελληνική κυβέρνηση ούτε από τον Μιτεράν, έστειλα τη φίλη μου την Ελένη. Τα πήρα για να μην τους προσβάλω. Δεν άλλαξα την υπηκοότητά μου για να γίνω Γάλλος, επειδή νιώθω πολίτης του κόσμου. Δεν πιστεύω σε εθνικότητες. Αυτό έκανε τη ζωή μου πολύ δύσκολη. Το ίδιο είχε κάνει και ο Πικάσο. Σιχαίνομαι τους κομμουνιστές. Είναι χειρότεροι και από τους χριστιανούς.
Από πολύ νωρίς απελευθερώθηκα από τις πολιτικές μαλακίες.
Όλοι στο ίδιο καζάνι βράζουνε. Δεν πήγα να πάρω τα παράσημα ούτε από την ελληνική κυβέρνηση ούτε από τον Μιτεράν, έστειλα τη φίλη μου την Ελένη. Τα πήρα για να μην τους προσβάλω. Οι άνθρωποι που συνάντησα στη ζωή μου, αν και έχουν φύγει, εξακολουθούν να είναι η παρέα μου. Μου σκοτώνουν τη μοναξιά μου συχνά. Προσεύχομαι σε αυτούς. Είναι οι θεοί μου. Το πνεύμα ήταν κάτι που πάντα με συγκινούσε σε μια γυναίκα. Θυμάμαι τη Σιμόν Σινιορέ. Τη μαγεία της. Τις γνώρισα όλες τις θεές. Την Γκρέτα Γκάρμπο αλλά και τη Μελίνα, όταν ήμουν 20 ετών κι εκείνη 26. Ήταν ένας τρομερός άνθρωπος. Έκανε θραύση. Αλλά ήταν τόσο ευφυής που με ταπείνωνε με τις λέξεις. Έμενα μουγγός. Κι αυτό δεν μπορούσα να το δεχτώ. Με αποστόμωνε. Με έκανε να νιώθω πολύ μαλάκας. Η ζωή μου ήταν σαν μια σβούρα. Έζησα πράγματα χωρίς να τα επιδιώκω. Τους Μπιτλς, τον Γκίνσμπεργκ. Ήταν απίστευτη η ζωή μου. Βρέθηκα να με φιλοξενεί στη βίλα του ακόμα και ο Ροδόλφο Βαλεντίνο. Η μόνη που δεν συνάντησα ποτέ ήταν η Μαρία Κάλλας. Και λυπάμαι γι' αυτό. Οι θεοί μερικές φορές κακοπερνάνε από τα πάθη τους επειδή εμβαθύνουν στη ζωή τους. Έτσι κομματιάστηκαν όλοι αυτοί. Ένας καλλιτέχνης δεν αναπτύσσεται αν δεν συναντήσει θεούς. Αυτοί μου έδωσαν κουράγιο. Ένας από αυτούς τους θεούς με ενθάρρυνε να συνεχίσω τις έρευνές μου στην τέχνη σε σχέση με τον μαγνήτη. Πάντα θα υπάρχει πρωτοπορία στην τέχνη. Στις μέρες μας δεν αναπτύσσεται όπως αναπτυσσόταν στη δική μας εποχή. Τότε και οι συλλέκτες και οι έμποροι είχαν έναν σεβασμό στον καλλιτέχνη. Τον βλέπανε θεϊκό. Θυμάμαι τον Ιόλα να μου φιλά τα χέρια.
Έγινα γνωστός από τα κινητικά μου έργα.
Από τη στιγμή που πέταξα ένα στραβό καρφί πάνω σε έναν μαγνήτη. Αλλά αυτό ήταν φυσικό επόμενο της έρευνας που έκανα. Πάμε σε μια κοινωνία Όργουελ ολοταχώς. Μετανιώνω για πολλά πράγματα που έκανα. Έκανα αρκετά λάθη. Το μεγαλύτερο ήταν ότι δεν βάσταξα κάποιες από τις θεές που γνώρισα. Έπρεπε να σκεφτώ ότι στα 80 σου χρειάζεσαι μια θεά δίπλα σου. Τώρα είναι πολύ αργά, αλλά δεν πειράζει. Ίσως τη Μελίνα. Η αγάπη είναι θαυμασμός και διαλεκτική. Δεν μπορεί να υπάρχει μονόλογος στην αγάπη. Δεν πρέπει να κολλάμε αν δεν υπάρχει αυτός ο διάλογος. Πάμε σε μια κοινωνία Όργουελ ολοταχώς. Το συναίσθημα είναι κάτι χριστιανικό. Αγάπησα εγωιστικά. Έτσι, για να πω ότι έχω κατακτήσει μια γυναίκα και ότι την έχω μόνο για τον εαυτό μου. Αλλά όχι για να πάψω να πηγαίνω με άλλες. Τι είναι αγάπη; Αφού μπορείς να είσαι συνεχώς ερωτευμένος με ένα διαφορετικό πλάσμα. Τους νεότερους θα τους συμβούλευα να έχουν ένα κίνητρο. Να γίνουν ήρωες για παράδειγμα. Ή να έχουν μια φιλοδοξία. Κίνητρο για τη γνώση. Εγώ είχα το κίνητρο της επιτυχίας. Ασχέτως του αν αυτό στην πορεία αποδείχτηκε παγίδα. Επίσης, είχα ως κίνητρο το μίσος ενάντια στο κατεστημένο. Διαφορετικά, είσαι ένα μέσα στο δισεκατομμύριο. Διατηρώ ακόμα το μίσος μου απέναντι στους καταπιεστές και το κατεστημένο και θέλω με την πρώτη ευκαιρία να τους τσακίσω. Και τα πάω καλά τελευταία. Τσακίζω συνέχεια. Είναι ένας ακήρυχτος πόλεμος. Ευτυχώς που μου έμεινε αυτό το μίσος. Τα παιδιά φαίνεται να αντιδρούν στους γονείς τους. Είναι ένας νόμος της φύσης αυτός. Η κόρη μου έγινε καθολική θεολόγος και ο γιος μου δουλεύει στη Γουόλ Στριτ. Κάνει προγράμματα για να πλουτίζουν πιο πολύ οι πλούσιοι. Πάλι καλά, γιατί τα παιδιά των καλλιτεχνών συνήθως τα βρίσκουν πολύ πιο δύσκολα.
Το αντεργκράουντ με γοήτευε.
Ήμουν μέσα σε αυτό, ήθελα δεν ήθελα. Θυμάμαι τα στέκια τους στο Αιγάλεω, στο Μεταξουργείο και στον Κολωνό. Αν έβλεπες τους χορευτές, τα 'χανες. Η Αθήνα δεν υπάρχει. Είναι ένα μεγάλο τσαντίρι. Το μόνο που αξίζει είναι να βλέπεις τις Ελληνίδες το καλοκαίρι, ντυμένες ελαφρά. Οι Ελληνίδες είναι αριστούργημα. Σωστά αγάλματα. Δεν μ' αρέσουν οι παρθένες. Σημαίνει ότι κάτι πάει λάθος. Δεν έχω φίλους, φύγανε όλοι. Δεν μου λείπουν πάρα πολύ, γιατί με τη φαντασία μου μπορώ να τους έχω όποτε θέλω. Η φαντασία είναι ένα πράγμα πολύ ελληνικό. Αυτό είναι το μεγαλείο του Έλληνα. Οι Έλληνες ήταν πολύ ευτυχισμένοι την παλιά εποχή και γι' αυτό τους ζήλευαν οι ξένοι. Ήταν κάτι που δεν μπόρεσαν να καταφέρουν οι ξένοι. Το ελληνικό θαύμα. Μπορεί κάποιοι να είναι συντηρητικοί, αλλά εγώ ποτέ δεν είχα τέτοιους φίλους. Η χώρα αυτή έχει βγάλει υπέροχους Έλληνες. Οι περισσότεροι έχουν φύγει.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου