Translate

Κυριακή 7 Μαΐου 2023

Το μεγάλο φαγοπότι.... Το σκανδαλώδες φιλμ για τις ηδονές και τον άκρατο καταναλωτισμό, γίνεται 50 ετών...


“Αν δεν φας, δεν θα πεθάνεις”, ο Ούγκο επισημαίνει το απόλυτο παράδοξο.

Μια αφθονία, μια υπερκατανάλωση που όχι μόνο δεν φέρνει την ευτυχία, αλλά δεν μπορεί να λειτουργήσει ούτε καν ως βάλσαμο. Δεν επουλώνει πληγές, δεν σε κάνει να ξεχάσεις. Αντιθέτως αναδεικνύει την προβληματική ύπαρξη των τεσσάρων φίλων και την αδυναμία τους να αντλήσουν αληθινή ευχαρίστηση από την καθημερινότητά τους, από τις επιλογές τους, από την ίδια τους τη ζωή.



 Ταινία φαινόμενο, σκανδαλώδης όσο ίσως καμία, μια κινηματογραφική εμπειρία, έχοντας ένα μοναδικό κουαρτέτο πρωταγωνιστών, που δίνει τα ρέστα του, βάζοντας στόχο να αυτοκτονήσει καταναλώνοντας απίστευτες ποσότητες εδεσμάτων.


Ο Μάρκο Φερέρι, αυτός ο αιρετικός έως και προβοκάτορας του κινηματογράφου, παραδίδει τη διασημότερη και ίσως καλύτερη ταινία του, δημιουργώντας αναγούλες σε όλο το ευρωπαϊκό «ανφάν γκατέ», σατιρίζοντας μέχρι τελικής πτώσεως την αστική τάξη, τον αυτοκαταστροφικό άκρατο καταναλωτισμό, την απληστία. «Το μεγάλο φαγοπότι» η ταινία που κλείνει 50 χρόνια από την πρώτη της παρουσίαση.




Μία αριστουργηματική σουρεαλιστική, αναρχική ταινία

Μία αριστουργηματική σουρεαλιστική, αναρχική ταινία, ένα γαστρονομικό έπος, που πριν ακριβώς 50 χρόνια, το 1973, έκανε το Φεστιβάλ των Καννών άνω κάτω και ανάγκασε τις κοσμικές κυρίες και τους έγκριτους κριτικούς αμερικάνικων εφημερίδων να αποχωρήσουν σοκαρισμένοι πριν το τέλος, ενώ το νεανικό κοινό και όσοι κατάλαβαν το περιεχόμενο της κοινωνικοπολιτικής αλληγορίας του, την αποθέωναν.

Η προκλητική ταινία του Φερέρι, που αποτέλεσε και μία από τις μεγαλύτερες εμπορικές επιτυχίες του ίδιου και του ευρωπαϊκού σινεμά εκείνη την εποχή, θα είναι προφητική. Αν τότε κατηγορήθηκε για υπερβολές που δεν βάζει ο νους, σήμερα με το πέρασμα μισού αιώνα, το δηλητηριώδες σενάριο του φιλμ μοιάζει ως κάτι συνηθισμένο, καθώς η καταναλωτική κουλτούρα πλέον έχει γίνει δεύτερη φύση για το μεγαλύτερο κομμάτι του παγκόσμιου πληθυσμού.

Ταινία φαινόμενο, σκανδαλώδης όσο ίσως καμία, μια κινηματογραφική εμπειρία, έχοντας ένα μοναδικό κουαρτέτο πρωταγωνιστών, που δίνει τα ρέστα του, βάζοντας στόχο να αυτοκτονήσει καταναλώνοντας απίστευτες ποσότητες εδεσμάτων.

Ο Μάρκο Φερέρι, αυτός ο αιρετικός έως και προβοκάτορας του κινηματογράφου, παραδίδει τη διασημότερη και ίσως καλύτερη ταινία του, δημιουργώντας αναγούλες σε όλο το ευρωπαϊκό «ανφάν γκατέ», σατιρίζοντας μέχρι τελικής πτώσεως την αστική τάξη, τον αυτοκαταστροφικό άκρατο καταναλωτισμό, την απληστία. «Το μεγάλο φαγοπότι» η ταινία που κλείνει 50 χρόνια από την πρώτη της παρουσίαση.

Μία αριστουργηματική σουρεαλιστική, αναρχική ταινία, ένα γαστρονομικό έπος, που πριν ακριβώς 50 χρόνια, το 1973, έκανε το Φεστιβάλ των Καννών άνω κάτω και ανάγκασε τις κοσμικές κυρίες και τους έγκριτους κριτικούς αμερικάνικων εφημερίδων να αποχωρήσουν σοκαρισμένοι πριν το τέλος, ενώ το νεανικό κοινό και όσοι κατάλαβαν το περιεχόμενο της κοινωνικοπολιτικής αλληγορίας του, την αποθέωναν.



Δηλητηριώδες προφητικό

Η προκλητική ταινία του Φερέρι, που αποτέλεσε και μία από τις μεγαλύτερες εμπορικές επιτυχίες του ίδιου και του ευρωπαϊκού σινεμά εκείνη την εποχή, θα είναι προφητική. Αν τότε κατηγορήθηκε για υπερβολές που δεν βάζει ο νους, σήμερα με το πέρασμα μισού αιώνα, το δηλητηριώδες σενάριο του φιλμ μοιάζει ως κάτι συνηθισμένο, καθώς η καταναλωτική κουλτούρα πλέον έχει γίνει δεύτερη φύση για το μεγαλύτερο κομμάτι του παγκόσμιου πληθυσμού.

Ο αιρετικός Μάρκο 

Ανελέητα καυστικός

Ο αδέσμευτος σοσιαλιστής και άθεος Φερέρι, το 1973, σε μια ταραχώδη εποχή, στην οποία άνθιζε ο πολιτικός κινηματογράφος και η ταξική κριτική στην Ιταλία, θα γράψει μαζί με τους Ραφαέλ Αζκόνα και Φράνσις Μπιανς, το σενάριο της πολυθρύλητης ταινίας του, βάζοντας στο στόχαστρό του την μπουρζουαζία, με την οποία είχε καταπιαστεί ιδιαιτέρως ο Λουίς Μπουνιουέλ, αλλά με μία ξεχωριστή φινέτσα, η οποία μπορούσε να διεισδύσει ακόμη και στα σαλόνια. Ο Φερέρι, όμως, δείχνει ανελέητος, πάει ένα βήμα παραπάνω, τραβάει το σκοινί μέχρι να σπάσει, με την γκροτέσκα διάθεση που περιβάλλει τους τέσσερις ήρωές του.

Φαγοπότι ασυδοσίας και ηδονής

Τέσσερις φίλοι, ένας δικαστικός, ένας πιλότος, ένας σκηνοθέτης και ένας σεφ, μια αντροπαρέα που φέρεται ξεδιάντροπα, μετέχουν σε ένα θανατερό παιχνίδι, μία άσκηση πάνω στη λαιμαργία, τη λαγνεία και την απληστία. Μαζεύονται σε μια έπαυλη, με σκοπό να φάνε μέχρι σκασμού. Να φάνε μέχρι θανάτου. Να κάνουν ένα φαγοπότι ασυδοσίας και ηδονής, απόλυτης παρακμής, στο οποίο αφήνονται ταυτόχρονα και έρμαια των ερωτικών τους παρορμήσεων με την πρόσκαιρη συνοδεία ιερόδουλων.


Σύμβολα μιας εποχής

Πρόκειται για τέσσερις άνδρες, σύμβολα μίας εποχής, που φαίνεται ότι δεν έχουν κανένα μέλλον, αηδιασμένοι από την κενότητα της ζωής τους, το αδιέξοδο ενός μοντέλου, στο οποίο δεν χωρά το συναίσθημα, παρά μόνο το «φαίνεσθαι» η επιβεβαίωση μέσω της κατανάλωσης. Ο τρόπος της αυτοκτονίας που επιλέγουν δεν είναι φυσικά τυχαίος. Θα μπορούσαν να βουτήξουν από ένα μπαλκόνι, να καταπιούν δυο χούφτες χάπια, αλλά προτιμούν έναν τρόπο γλεντιού, ταιριαστού με τις ενοχές τους, τον κόσμο αφθονίας που υπηρέτησαν και έγιναν δούλοι του. Συναισθηματικά άδειοι, θα διαλέξουν να αυτοκτονήσουν εν μέσω μίας αφθονίας, η οποία δεν μπορεί να επουλώσει τις πληγές τους, να καλύψει τις ενοχές τους για τη συμμετοχή τους και την αποθέωση ενός κόσμου που πάει κατά διαόλου.


Ρωμαϊκό όργιο και κορεσμός

Θα στήσουν ένα ρωμαϊκό όργιο, με ατελείωτες ποσότητες καλού φαγητού, γυναικείας σάρκας, μέχρι η αηδία να φτάσει μέχρι το μεδούλι τους, να τους προδώσει το κορμί, αφού το πνεύμα έχει ήδη παραδώσει. Δεν είναι μια εύκολη ταινία. Δεν χωνεύεται με τίποτα. Ο στόχος του Φερέρι να προκαλέσει το συναίσθημα του κορεσμού στον θεατή θα πετύχει στον απόλυτο βαθμό. Οι συμβολισμοί, κυρίαρχοι στο σινεμά του Φερέρι, θα μεταμορφώσουν την κατάμαυρη κωμωδία του, σε ένα υπαρξιακό δράμα, που αγγίζει τους πάντες.

Κορυφαίοι πρωταγωνιστές

Ωστόσο, η ταινία ίσως να μην είχε την τεράστια επιτυχία της, την αποτελεσματικότητά της, τις ξεκαρδιστικές της στιγμές, αν δεν είχε για πρωταγωνιστές τέσσερις κορυφαίους ηθοποιούς του ευρωπαϊκού σινεμά. Τους Ιταλούς Μαρτσέλο Μαστρογιάνι και Ούγκο Τονιάτσι και τους Γάλλους Μισέλ Πικολί και Φιλίπ Νουαρέ, οι οποίοι δένουν απίστευτα, είναι πειστικότατοι, αναδεικνύουν με το παραπάνω το πνεύμα της ταινίας του Φερέρι και μάλλον το διασκεδάζουν περισσότερο από όλους. Από κοντά και η Αντρέα Φερεόλ, στο ρόλο της ευτραφούς πόρνης, η οποία χρειάστηκε να πάρει πάνω από 20 κιλά για τον ρόλο, ενώ παίζει και η Φλοράνς Τζιοργκέτι.


Γκουρμέ θανάτου

Αξίζει να αναφερθεί για τους μανιώδεις συλλέκτες των κινηματογραφικών παρασκηνίων ότι τα πλούσια εδέσματα της ταινίας ετοιμάστηκαν από το κατάστημα ντελικατέσεν Fauchon, που θεωρείται το απόλυτο σημείο αναφοράς στην παρισινή γευστική πολυτέλεια, ενώ σύμβουλος γαστρονομίας ήταν ο Τζουζέπε Μαφιόλι, ηθοποιός και λάτρης της μαγειρικής.


Ταινία σύμβολο

Ο Μάρκο Φερέρι και οι τέσσερις σπουδαίοι πρωταγωνιστές έχουν πεθάνει εδώ και χρόνια, αλλά έχουν αφήσει πίσω τους μία ταινία - σύμβολο για την αυτοκαταστροφική μανία του ανθρώπου, τον καταναλωτισμό, την απληστία, δηλαδή, όλα αυτά που πληγώνουν την ανθρωπότητα. Ένα κεφάλαιο που δεν λέει να κλείσει, να περιοριστούν οι επιπτώσεις του. Γιατί κατά βάθος η ταινία του Φερέρι είναι μία πεσιμιστική ωδή, μία κραυγή απόγνωσης. Ένα φιλμ που μπορεί να γοητεύει, να ενθουσιάζει ή και να αφυπνίζει ακόμη και 50 χρόνια μετά, αλλά δυστυχώς μας υπενθυμίζει ότι ο χρόνος τελειώνει και μαζί του το Μεγάλο Φαγοπότι…



Οι τέσσερις πρωταγωνιστές της ταινίας, που ανήκουν στην αστική τάξη της δεκαετίας του Εβδομήντα (ένας δικαστής κι ένας χορογράφος από τη Γαλλία, ένας πιλότος και ένας εστιάτορας από την Ιταλία) είναι καταπληκτικοί. Το άλικο χρώμα του αίματος των Γαλλικών εσωτερικών χώρων, και το βαθύ, θλιβερό γαλάζιο-μπλε των εξωτερικών, όπου η οικονομική άνεση γίνεται απέραντη μελαγχολία και ο παραδοσιακός πλούτος αποκτάει ένα μολυβένιο χρώμα, συμπυκνώνονται γύρο από τη νοσηρή σάρκα των χαρακτήρων παραπέμποντας σε μια αδιευκρίνιστη, εσωτερική απόφαση. Τίποτ’ άλλο παρά σύμβολα του παρελθόντος (στον κινηματογράφο ένας χρωματιστός τοίχος, ένα μαχαίρι, το ακίνητο σχήμα των φτερών ενός αεροπλάνου μπορούν να έχουν την υψηλή εκφραστική αξία και την πολυπλοκότητα μιας πρότασης του Προυστ) μαζί με την ανάλυση του παρόντος σε μια σειρά από χειρονομίες με μια παράξενη, σχεδόν παραληρηματική και ήρεμη αποφασιστικότητα αλά Ντε Σαντ.

Ως εκ τούτου οι χαρακτήρες της ταινίας, που αποτυπώνονται λίγο πριν φύγουν για το Σαββατοκύριακο, αινιγματικοί λόγω της ίδιας τους της υπερβολής, μπαίνουν στην καρδιά μας σαν ειρωνικοί τελετάρχες που κρύβουν, πίσω από την χιουμοριστική γκριμάτσα και την αστική χυδαιότητα του σωματικού τους βάρους, ένα σκοτεινό φανατισμό που απέκτησαν και παγίωσαν μέσα από αδιευκρίνιστες διαδρομές.

Αυτό το τελετουργικό, όπου η καθημερινή, και άρα ρεαλιστική και κωμική, ζωή φτάνει σε μια αμφιλεγόμενη μορφή τελειότητας, δεν θα κάνει ξανά την εμφάνισή του παρά μόνο περιστασιακά στη συνέχεια της αφήγησης: κυρίως, όπως είναι αναμενόμενο, στις γαστριμαργικές, πανταγκρουελικές στιγμές της – όμως η εκ των προτέρων ηρεμία αλά Ντε Σαντ χαρίζει στην μοναδικότητά τους μια, θα έλεγε κανείς, Διαφωτιστική φυσικότητα, φοβερά ορθολογική, για να υπονομεύσει το μυστήριο.

Γιατί οι τέσσερις χαρακτήρες της ταινίας αποφάσισαν να αυτοκτονήσουν τρώγοντας στην κυριολεξία μέχρι σκασμού τεράστιες ποσότητες φαγητού. Άρα αυτό ήταν το αίνιγμα της αρχικής τους απεικόνισης, σε στιγμιότυπα μιας καθαρά υπαρξιακής καθημερινότητας. Αυτός ήταν ο πυρήνας ή αφηγηματική αρχή της ταινίας.







Δεν υπάρχουν σχόλια: