DANCE ME TO THE END OF LOVE
Λέοναρντ Κοέν: Η επιτυχία έχει σχέση με την επιβίωση
Είμαστε πολύ τυχεροί να ζούμε την ίδια εποχή που ζει και ο Leonard Cohen."
έχει πει ο Lou Reed ...
Το 1963 εγκαταστάθηκε στην Υδρα
Κάπου εκεί οι ανησυχίες του έγιναν ζωή και η ζωή του μετατράπηκε σε μία τεράστια και συναρπαστική περιπέτεια. Όταν στις αρχές της δεκαετίας του '60 είδε στο Λονδίνο μία ελληνική τράπεζα και αποφάσισε να μπει, δε μπορούσε να φανταστεί τι θα ακολουθούσε. Σκεπτικός όπως ήταν, ρώτησε τον ταμεία τι καιρό κάνει στην Ελλάδα. Θέλοντας λοιπόν να γνωρίσει διαφορετικούς πολιτισμούς, βρισκόταν την επομένη στην Αθήνα και έπειτα στην Ύδρα, το νησί που έμελλε να γίνει ένας ιδιαίτερος σταθμός, μια αστείρευτη πηγή έμπνευσης για τα ποιήματα, τα μυθιστορήματα και τα τραγούδια του. Εκεί αγόρασε γρήγορα ένα σπίτι και βρήκε τη δεύτερή του πατρίδα. Αγάπησε παράφορα αυτόν τον τόπο, έμεινε πολλά χρόνια και επέστρεφε συχνά εκεί, συναντώντας παλιούς φίλους, πίνοντας και συζητώντας μαζί τους ατελείωτα βράδια.
Σε ένα ποίημα γράφει:
Κατάλευκη η σελίδα μου
Το μελάνι μου αραιό πολύ
Η μέρα αντιστεκόταν στην γραφή
Όσων η νύχτα επινοεί
Προσαρμόστηκε στη ήθη και τα έθιμα του τόπου, μη θέλοντας να ξενίσει τον περίγυρό του.
Ήταν και παραμένει ερμητικά απλοϊκός, διατηρώντας ένα προσωπικό στυλ.
Από την κομψή του ένδυση μέχρι την διακριτική του στάση.
Το "The Favorite Game" που γράφτηκε εκεί στο νησί του Αργοσαρωνικού το 1963 είναι ένα αυτοβιογραφικό μυθιστόρημα που πραγματεύεται έναν άνθρωπο που βρίσκει την ταυτότητά του στη συγγραφή.
Το 1994 αποφάσισε να γίνει βουδιστής , μέχρι που χειροτονήθηκε μοναχός.
Αλλά το 1999 εγκατέλειψε τον μοναστικό βίο.
Στη διάρκεια της παγκόσμιας περιοδείας του το 1972, που την απαθανάτισε ο Τόνι Πάλμερ στο ντοκιμαντέρ «Bird on a Wire», ένας δημοσιογράφος ζήτησε από τον Λέοναρντ Κοέν να προσδιορίσει την επιτυχία. Ο Κοέν, ο οποίος στα 37 του είχε αρκετή εμπειρία αποτυχιών και επαίνων που δεν πληρώνουν τους λογαριασμούς, συνοφρυώθηκε και απάντησε:
«Επιτυχία είναι η επιβίωση».
Με αυτό το κριτήριο, ο Κοέν είχε πολύ μεγαλύτερη επιτυχία απ’ όση μπορούσε να προβλέψει. Υπήρξαν δύσκολες στιγμές στη διάρκεια της διαδρομής του, αλλά, σαράντα χρόνια αργότερα, το κοινό τον υποδέχεται στην αίθουσα συναυλιών του θρυλικού Crillon Hotel στο Παρίσι με θερμές επευφημίες. Με εμφάνιση που θυμίζει γοητευτικό μαφιόζο νονό, χαιρετάει βγάζοντας το καπέλο και χαμογελώντας, έτσι όπως έκανε κάθε βραδιά της παγκόσμιας περιοδείας του το 2008–10, η οποία σηματοδότησε μια θαυμαστή καλλιτεχνική αναγέννηση. Ο αιχμηρός, σκυθρωπός, επικίνδυνα σαρκαστικός τύπος του «Bird on a Wire» φαίνεται να έχει βρει ένα μέτρο ηρεμίας και, όπως ο ίδιος συχνά το θέτει, ευγνωμοσύνης.
Η Κλόντια από την Πορτογαλία τού ζητάει να της εξηγήσει το χιούμορ πίσω από την εικόνα του ως γυναικοκατακτητή.
«Να σου πω, για μένα το να είσαι γυναικοκατακτητής σ’ αυτή την ηλικία απαιτεί μεγάλη δόση χιούμορ».
Ο Ερικ, από τη Δανία, τον ρωτάει αν έχει συμβιβαστεί με την ιδέα του θανάτου.
«Εχω φτάσει στο συμπέρασμα, απρόθυμα, ότι θα πεθάνω», απαντάει.
Ο Κοέν είναι, θα έλεγε κανείς, ένας θρύλος χαμηλού προφίλ. Για τους θαυμαστές του, ανάμεσά τους πολλοί τραγουδοποιοί, είναι υπέροχος, όμως ποτέ δεν έγινε κάποιο άλμπουμ του πλατινένιο (έξω από την πατρίδα του, τον Καναδά, και, παραδόξως, τη Νορβηγία). Εχει πει ότι μια ορισμένη εικόνα του «μπήκε στο κομπιούτερ»: Ο λάτρης των γυναικών, ποιητής που τραγουδάει μελαγχολικά τραγούδια και αρέσει σε εκείνους (και εκείνες) που θα ήθελαν να είναι (ή να έχουν κοντά τους) γυναικοκατακτητές ποιητές. Αυτόν τον καιρό η βάση δεδομένων θα σημειώσει επίσης ότι έγραψε το «Hallelujah», ένα παραμελημένο τραγούδι το οποίο, μέσα από μια παράδοξη συμμαχία του Τζεφ Μπάκλεϊ, του Shrek και του X-Factor, έγινε τελικά ένα είδος σύγχρονου ύμνου.
Ο δημιουργός του γεννήθηκε στο Μοντρεάλ στις 21 Σεπτεμβρίου 1934, τρεις μήνες πριν από τον Ελβις Πρίσλεϊ. Οταν έφερε για πρώτη φορά τα τραγούδια του στη Νέα Υόρκη, αυτά που ηχογραφήθηκαν στο άλμπουμ του 1967 «Songs of Leonard Coen», οι ατζέντηδες του είπαν:
«Δεν είσαι λίγο μεγάλος γι’ αυτό το παιχνίδι;».
Τότε είχε ήδη συναντήσει τον Τζακ Κέρουακ, είχε ζήσει ένα μποέμικο ειδύλλιο στην Υδρα, είχε επισκεφθεί την Κούβα στη διάρκεια της εισβολής στον Κόλπο των Χοίρων και είχε δημοσιεύσει δύο μυθιστορήματα και τέσσερις ποιητικές συλλογές.
Με λίγα λόγια, είχε ζήσει, και αυτό έδινε στα λεπτοδουλεμένα, αινιγματικά τραγούδια του το βάρος της αυθεντίας για τους νεότερους ακροατές, οι οποίοι ένιωθαν ότι τους μυούσε σε απρόσιτα σ’ αυτούς μυστήρια. Βέβαια, επειδή ίσως το στυλ του χρωστούσε περισσότερα στους Γάλλους τροβαδούρους παρά στην αμερικανική φολκ, ήταν πάντα πιο αγαπητός στην Ευρώπη παρά στη Βόρεια Αμερική.
Το άστρο του άρχισε να θαμπώνει με το σκυθρωπό άλμπουμ του 1977 , «Death of a Lady Man», ενώ το 1984 ο Γουόλτερ Γέντικοφ της Columbia αρνήθηκε να ηχογραφήσει το «Various Positions», λέγοντάς του: «Κοίτα, Λέοναρντ, ξέρουμε ότι είσαι μεγάλος, αλλά δεν ξέρουμε αν είσαι καλός».
Στο επόμενο άλμπουμ του, όμως, το «I’m Your Man», ήταν και τα δύο.
Οπλισμένος με συνθεσάιζερ, αιχμηρό πνεύμα και μια φωνή που πλέον έμοιαζε με σεισμική δόνηση, αναζωογονήθηκε αρκετά ώστε να κερδίσει πολλούς νέους θαυμαστές, ανάμεσά τους τον Νικ Κέιβ και τους Pixies.
Ωστόσο, σε τραγούδια όπως τα «First We Take Manhattan»,«Everybody Knows» και «The Future» η καταθλιπτική του διάθεση πήρε γεωπολιτικές διαστάσεις. «Δεν έχει νόημα να προσπαθήσουμε να αποτρέψουμε την Αποκάλυψη», είπε στον δημοσιογράφο Μίκαλ Γκίλμορ.
«Η βόμβα έχει ήδη εκραγεί».
Σε μοναστήρι
Το 1993, με τη δημοτικότητά του ψηλά αλλά την ψυχική του διάθεση σε πτώση, ο Κοέν εξαφανίστηκε από το δημόσιο προσκήνιο. Πέρασε τα επόμενα έξι χρόνια σ’ ένα μοναστήρι στο όρος Μπάλντι της Καλιφόρνιας, μελετώντας μαζί με τον παλιό του φίλο και δάσκαλο του Ζεν, τον Κουόζαν Τζόσου Σαζάκι, ο οποίος έχει φτάσει αισίως σήμερα τα 104 χρόνια του.
«Δεν υπήρχε θρησκευτικό δόγμα», είπε ο Κοέν στο παρισινό ακροατήριό του,
«δεν απευθυνόμαστε σε θεότητα. Ήταν απλώς μια δέσμευση στην κοινοτική ζωή».
Οταν κατέβηκε από το βουνό, η μακρόχρονη κατάθλιψή του είχε επιτέλους περάσει.
«Ευτυχώς, με λίγη τύχη και με τη βοήθεια καλών δασκάλων το σκοτάδι διαλύθηκε. Ισως να οφείλεται και στην ηλικία. Κάπου διάβασα ότι, καθώς γερνάς, κάποια εγκεφαλικά κύτταρα που σχετίζονται με το άγχος πεθαίνουν και δεν σε νοιάζει πια εάν ανταποκρίνεσαι στις απαιτήσεις, τις δικές σου και των άλλων».
Στην πρόσφατη περιοδεία του φαινόταν βαθύτατα ευγνώμων για κάθε χειροκρότημα.
«Με συγκίνησε πολύ η υποδοχή», λέει. «Θυμάμαι που παίζαμε στην Ιρλανδία και η ανταπόκριση ήταν τόσο θερμή που μου ήρθαν δάκρυα στα μάτια και σκέφτηκα, δεν είναι δυνατόν τώρα να βάλω τα κλάματα, γύρισα όμως τότε και είδα τον κιθαρίστα να κλαίει».
Στο Παρίσι, λίγο μετά τη συνέντευξη Τύπου, με οδήγησαν διακριτικά σ’ ένα πίσω δωμάτιο για μια σπάνια πρόσωπο με πρόσωπο συνέντευξη. Από κοντά, η παρουσία του είναι ηρεμιστική, παλιά ευγένεια ανάμεικτη με Ζεν. Τον ρωτάω αν θα ευχόταν η μακρόχρονη και οδυνηρή διαδικασία της συγγραφής των τραγουδιών του να ήταν πιο εύκολη.
«Ξέρετε, μιλάμε σε έναν κόσμο όπου άνθρωποι κατεβαίνουν μέσα σε ορυχεία μασώντας κόκα για ν’ αντέξουν την εξουθενωτική δουλειά. Βρισκόμαστε σ’ έναν κόσμο όπου υπάρχει πείνα και πόλεμοι και βασανιστήρια, έτσι μου είναι πολύ δύσκολο να αξιολογήσω τη δουλειά που χρειάζεται για να γράψω ένα τραγούδι. Ναι, δουλεύω σκληρά, αλλά σε σύγκριση με τι;»
Μαθαίνει τίποτα γράφοντάς τα; Πώς επεξεργάζεται τις ιδέες του;
«Νομίζω ότι οι ιδέες είναι κάτι από το οποίο θέλεις να απαλλαγείς. Δεν μ’ αρέσουν τα τραγούδια με ιδέες. Τείνουν να γίνουν διδακτικά, παίρνοντας το μέρος του σωστού: υπέρ της οικολογίας, εναντίον του πολέμου κ.ο.κ. Ολα αυτά είναι πολύ ωραία, αλλά μ’ αρέσει να δουλεύω ένα τραγούδι μέχρι που τα συνθήματα αυτά να διαλυθούν σε βαθύτερα αισθήματα της καρδιάς, στην προσωπική εμπειρία».
Στο «Going Home», το πρώτο τραγούδι στο «Old Ideas», μιλάει για
«ένα εγχειρίδιο που σε διδάσκει να ζεις με την ήττα».
Μπορεί ένας ακροατής να μάθει για τη ζωή από τα τραγούδια του;
«Το τραγούδι λειτουργεί σε τόσο πολλά επίπεδα.
Προσδιορίζει ακόμη την επιτυχία ως επιβίωση;
«Ναι, βέβαια», χαμογελάει. «Αυτή η ιδέα μού βγήκε σε καλό».
========
Λέοναρντ Κοέν, ο ισόβιος καταθλιπτικός
Η αποκάλυψη ότι ο Λέοναρντ Κοέν μπορεί να λογαριάζει τον πρίγκιπα Κάρολο ανάμεσα στους πιο ένθερμους θαυμαστές του ήρθε κάπως σαν έκπληξη.
Με δεδομένα τα γνωστά έως τώρα μουσικά γούστα του διαδόχου, δύσκολα θα τον φανταζόταν κανείς να μουρμουρίζει το «Ain’t Cure for Love» σε στιγμές αισθηματικής απόγνωσης ή να παρακολουθεί την επικήδεια τελετή για την Νταϊάνα με το «Hey, That’s no Way to Say Goodbye» να τριγυρίζει στο μυαλό του.
Να, όμως, που είδαμε τον Κάρολο, σε τηλεοπτική συνέντευξη μαζί με τους γιους του, να χαρακτηρίζει τον Κοέν «υπέροχο... Οι ενορχηστρώσεις του είναι εκπληκτικές, και οι στίχοι, και όλα. Είναι ένας εξαιρετικός άνθρωπος κι έχει αυτή τη φοβερά νωχελική, βαθιά φωνή...».
Ο βάρδος της μελαγχολίας
Λόγια αληθινού θαυμαστή, πράγματι, και με δεδομένη τη φήμη του Κοέν ως βάρδου της μελαγχολίας, θα έλεγε κανείς ότι η εκτίμηση του Καρόλου σηματοδοτεί τη συνάντηση δύο αρσενικών ψυχών με ροπή στη μεμψιμοιρία. Ωστόσο, στην περίπτωση του Κοέν τουλάχιστον, τα πράγματα είναι πιο περίπλοκα. Οπως έχει ο ίδιος ομολογήσει, είναι ένας ισόβιος καταθλιπτικός που έχει δοκιμάσει διάφορα γιατροσόφια για τη μελαγχολία του, ανάμεσά τους ψυχοθεραπεία, γιόγκα, θρησκευτική περισυλλογή και φάρμακα («αναψυχής» και με ιατρική συνταγή), αλλά που πολύ πιο συχνά χρησιμοποιεί ως θεραπείες το κόκκινο κρασί, τις γυναίκες και την ποίηση. Στα 71 του χρόνια, εξακολουθεί να είναι λάτρης και των τριών.
Ο Κοέν, όχι μόνο δεν είναι ένας εσωστρεφής τύπος προσηλωμένος στον εαυτό του, αλλά, αντίθετα, είναι ένας άνθρωπος του κόσμου, με ταλέντο στο στωικό χιούμορ και στον αυτοσαρκασμό. «Οι φίλοι μου έφυγαν, τα μαλλιά μου γκριζάρισαν και πονάω σε μέρη που άλλοτε έπαιζα», λέει στον πρώτο στίχο του Tower of Song και συνεχίζει τραγουδώντας με τη φημισμένη θαμπή φωνή του το ρεφρέν «Γεννήθηκα με το χάρισμα μιας χρυσής φωνής».
Ενας δεξιοτέχνης του στίχου
Τα χαρίσματα του Κοέν είναι πολλά – έχει βγάλει 15 άλμπουμ κι έχει γράψει 10 ποιητικές συλλογές. Επίσης σχεδιάζει και ζωγραφίζει αρκετά καλά. Η χρυσή φωνή, όμως, δεν συγκαταλέγεται στα ταλέντα του. Είναι ένας βραχνός βαρύτονος, με περιορισμένο εύρος. Οπως είπε ο ίδιος, αποδεχόμενος ένα βραβείο το 1992:
«Μόνο στον Καναδά θα μπορούσε κάποιος με φωνή σαν τη δική μου να κερδίσει τον τίτλο του Τραγουδιστή της Χρονιάς».
Η πρωτοτυπία και η καλλιτεχνική μαστοριά της γραφής του τον βοήθησαν να κρατήσει ζωντανή την καριέρα του όταν έσβησε η πρώτη έξαψη της επιτυχίας, στα μέσα της δεκαετίας του ’70. Ηδη τότε, τα πρώτα του άλμπουμ, γεμάτα με τραγούδια σαν τα «Suzanne», «So Long Marianne» και «Bird on Wire», είχαν αποκτήσει περίοπτη θέση σε πλήθος δισκοθήκες ανά τον κόσμο.
Ηταν 33 ετών όταν ηχογράφησε το πρώτο του άλμπουμ, το 1967. Είχε περάσει τα πρώτα νιάτα του κυνηγώντας λογοτεχνικούς στόχους, η ποίηση, ωστόσο, δεν μπορούσε να του εξασφαλίσει τα προς το ζην κι έτσι στράφηκε προς τη μουσική – στα εφηβικά του χρόνια έπαιζε σ’ ένα συγκρότημα κάντρι και ήξερε ότι «οι κιθάρες εντυπωσιάζουν τα κορίτσια». Η Τζόνι Μίτσελ, η οποία έχει ερμηνεύσει έξοχα πολλά τραγούδια του, τον σύστησε στον παραγωγό του Ντίλαν, τον Τζον Χάμοντ.
Η ποιότητα των τραγουδιών του και οι έξυπνες παραγωγές του Χάμοντ τού εξασφάλισαν μια ξεχωριστή θέση στο μουσικό στερέωμα. Μετά μια κάμψη που κράτησε μερικά χρόνια ξανακέρδισε την εύνοια κριτικών και κοινού με τα άλμπουμ «I’m Your Man» το 1988 και «The Future» το 1992. Ηδη τότε μια νέα γενιά μουσικών είχε ανακαλύψει τους θησαυρούς των συνθέσεών του, και οι νέες επανεκτελέσεις τραγουδιών του έρχονταν να προστεθούν στις παλιότερες. Από τον Τζόνι Κας και τον Τζον Κέιλ μέχρι τους REM και τον Τζεφ Μπάκλεϊ, πλήθος καλλιτεχνών τίμησαν τα τραγούδια του.
Πρόσφατα η Μαντλίν Πεϊρού έδωσε στο «Dance Me to the End of Love» μια λεπταίσθητη τζαζ εκδοχή, που βρήκε απήχηση σ’ ένα κοινό που ίσως δεν είχε ακούσει το πρωτότυπο. Τα καλά τραγούδια δεν φεύγουν ποτέ από τη μόδα.
Η σημερινή του σύντροφος, η Αντζάνι Τόμας, πρόσφατα κυκλοφόρησε ένα άλμπουμ (Blue Alert) που το έγραψε μαζί με τον Κοέν. Γεννημένη στη Χαβάη, η Τόμας είναι η τελευταία από τις πολλές ερωμένες, μούσες και καλλιτεχνικές συνεργάτιδες του τραγουδοποιού. Οι γυναίκες παίζουν πάντα κεντρικό ρόλο τόσο στη ζωή του όσο και στη δημιουργική του διαδρομή.
Ερωμένες και μούσες
Από το 1988 συνεργάζεται με τη μουσικό της σόουλ Σάρον Ρόμπινσον, ενώ η Αντζάνι έκανε την πρώτη της εμφάνιση στο άλμπουμ του 1984 «Various Positions». Στα δύο τελευταία CD του, το «Ten New Songs» του 2001 και το «Dear Heather» το 2004, η φωνητική παρουσία των γυναικών είναι ιδιαίτερα έντονη, καθώς η δική του φωνή είναι πλέον αρκετά εξασθενημένη.
Κατά καιρούς, οι γυναίκες έχουν παίξει τον ρόλο της μούσας.
Το «So Long Marianne» απευθυνόταν στη Μαριάν Γιένσεν, μια Νορβηγίδα καλλονή, με την οποία ο Κοέν έζησε την πιο ειδυλλιακή περίοδο της ζωής του στην Υδρα, όπου έγραψε πολλά από τα τραγούδια που τον έκαναν διάσημο.
Η «Suzanne » ήταν εμπνευσμένη από τη γυναίκα ενός γλύπτη φίλου του, τη Σουζάν Βερντάλ [γι’ αυτό και ο Κοέν λέει ότι «άγγιξε το τέλειο σώμα της (μόνο) με το μυαλό του»],
Tο «Sisters of Mercy» γράφτηκε έπειτα από την περιπέτειά του με δύο αδελφές, στις οποίες πρόσφερε καταφύγιο στο δωμάτιό του στο ξενοδοχείο.
Το «Chelsea Hotel» αναφέρεται σε μια σύντομη, ελάχιστα ρομαντική συνεύρεσή του με την Τζάνις Τζόπλιν.
Αν συνθέσεις όλα τα στοιχεία του μωσαϊκού –μελαγχολική γοητεία, ευφυΐα, λατρεία στις γυναίκες– έχεις τον Λέοναρντ Κοέν που, σε πείσμα των εμποδίων, εξακολουθεί να βρίσκεται στο προσκήνιο, σε μια εποχή όπου οι περισσότεροι συνομήλικοί του έχουν κρεμάσει προ πολλού τα μουσικά τους παπούτσια.
Οικονομική απώλεια καλλιτεχνικό κέρδος
Ο Κοέν «αναγκάστηκε» να δραστηριοποιηθεί και πάλι καλλιτεχνικά, όταν ανακάλυψε ότι η Κέλεϊ Λιντς, μάνατζέρ του επί 17 χρόνια και ερωμένη του για ένα φεγγάρι, είχε σφετεριστεί πάνω από 5 εκατ. δολάρια από τον τραπεζικό του λογαριασμό, αφήνοντας μόνο 150.000 δολάρια για το συνταξιοδοτικό του κεφάλαιο.
Παρ’ όλο που το δικαστήριο τον δικαίωσε, η Λιντς δεν έχει έως τώρα δείξει διάθεση να επιστρέψει τα κλεμμένα. Η υφαρπαγή των χρημάτων πρέπει να έγινε στο διάστημα που ο Κοέν είχε αποσυρθεί σ’ ένα βουδιστικό μοναστήρι στην Καλιφόρνια, τη δεκαετία του ’90, ωστόσο ανακάλυψε τι είχε συμβεί αρκετά χρόνια μετά την επιστροφή του από τη μοναστική αυτοεξορία.
του K. Καβάφη. Ο Κοέν γράφει το τραγούδι για την Κέλεϊ Λιντς ερωμένη και μάνατζερ που τον αφαίμαξε 5 m $
Alexandra Leaving
http://www.youtube.com/watch?v=NYcyKZOUsWs
Suddenly the night has grown colder
The God of love preparing to depart
Alexandra hoisted on his shoulder
They slip between the sentries of the heart
Upheld by the simplicities of pleasure
They gain the light, they formlessly entwine
And radiant beyond your widest measure
They fall among the voices and the wine
It's not a trick, your senses, all deceiving
A fitful dream, the morning will exhaust
Say goodbye to Alexandra leaving
Then say goodbye to Alexandra lost
Even though she sleeps upon your satin
Even though she wakes you with a kiss
Do not say the moment was imagined
Do not stoop to strategies like this
As someone long prepared for this to happen
Go firmly to the window, drink it in
Exquisite music, Alexandra laughing
Your first commitments tangible again
And you who had the honor of her evening
And by that honor had your own restored
Say goodbye to Alexandra leaving
Alexandra leaving with her Lord
Even though she sleeps upon your satin
Even though she wakes you with a kiss
Do not say the moment was imagined
Do not stoop to strategies like this
As someone long prepared for the occasion
In full command of every plan you wrecked
Do not choose a coward's explanation
That hides behind the cause and the effect
And you who were bewildered by a meaning
Whose code was broken, crucifix uncrossed
Say goodbye to Alexandra leaving
Then say goodbye to Alexandra lost
Say goodbye to Alexandra leaving
Then say goodbye to Alexandra lost
To τραγούδι Democracy για την ποιότητα δημοκρατίας της USA .
Kαι ο λόγος που σήμερα είναι ανεπιθύμητος στην USA
Democracy
http://www.youtube.com/watch?v=-JwmIBSMzSM
It's coming through a hole in the air,
from those nights in Tiananmen Square.
It's coming from the feel
that this ain't exactly real,
or it's real, but it ain't exactly there.
From the wars against disorder,
from the sirens night and day,
from the fires of the homeless,
from the ashes of the gay:
Democracy is coming to the U.S.A.
It's coming through a crack in the wall;
on a visionary flood of alcohol;
from the staggering account
of the Sermon on the Mount
which I don't pretend to understand at all.
It's coming from the silence
on the dock of the bay,
from the brave, the bold, the battered
heart of Chevrolet:
Democracy is coming to the U.S.A.
It's coming from the sorrow in the street,
the holy places where the races meet;
from the homicidal bitchin'
that goes down in every kitchen
to determine who will serve and who will eat.
From the wells of disappointment
where the women kneel to pray
for the grace of God in the desert here
and the desert far away:
Democracy is coming to the U.S.A.
Sail on, sail on
O mighty Ship of State!
To the Shores of Need
Past the Reefs of Greed
Through the Squalls of Hate
Sail on, sail on, sail on, sail on.
It's coming to America first,
the cradle of the best and of the worst.
It's here they got the range
and the machinery for change
and it's here they got the spiritual thirst.
It's here the family's broken
and it's here the lonely say
that the heart has got to open
in a fundamental way:
Democracy is coming to the U.S.A.
It's coming from the women and the men.
O baby, we'll be making love again.
We'll be going down so deep
the river's going to weep,
and the mountain's going to shout Amen!
It's coming like the tidal flood
beneath the lunar sway,
imperial, mysterious,
in amorous array:
Democracy is coming to the U.S.A.
Sail on, sail on ...
I'm sentimental, if you know what I mean
I love the country but I can't stand the scene.
And I'm neither left or right
I'm just staying home tonight,
getting lost in that hopeless little screen.
But I'm stubborn as those garbage bags
that Time cannot decay,
I'm junk but I'm still holding up
this little wild bouquet:
Democracy is coming to the U.S.A.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου